ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ' Άρθρο 19 Τροποποιήσεις του ν. 2778/1999

 
Άρθρο 19 Τροποποιήσεις του ν. 2778/1999
Τα άρθρα 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28 και 30 του Κε­φαλαίου Β' του ν. 2778/1999 (Α' 295) αντικαθίστανται ως εξής :
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' ΕΤΑΙΡΙΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΕ ΑΚΙΝΗΤΗ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ
Άρθρο 21 Σκοπός και σύσταση της εταιρίας
1. Η εταιρία επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία (ΑΕΕ- ΑΠ) είναι ανώνυμη εταιρία με αποκλειστικό σκοπό την
απόκτηση και διαχείριση ακίνητης περιουσίας, δικαιώ­ματος αγοράς ακινήτου δια προσυμφώνου και γενικώς τη διενέργεια επενδύσεων κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 22.
2.     Το μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕΕΑΠ έχει ελάχιστο ύψος είκοσι πέντε εκατομμύρια (25.000.000) ευρώ που εισφέρονται ολοσχερώς κατά τη σύστασή της. Το ύψος του ποσού αυτού μπορεί να μεταβάλλεται με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας συγκροτείται από εισφορές μετρητών, μέ­σων χρηματαγοράς, κινητών αξιών των περιπτώσεων δ', ε' και στ' της παραγράφου 3 του άρθρου 22 και ακινήτων, κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 22 του παρόντος νόμου, καθώς και άλλων κινη­τών ή ακινήτων, τα οποία εξυπηρετούν τις λειτουργικές ανάγκες της εταιρίας. Η εισφορά κατά τη σύσταση της εταιρίας άλλων από μετρητά στοιχείων δεν επιτρέπε­ται να υπερβαίνει ως προς την αξία τους τα όρια που τίθενται από τον παρόντα νόμο για τις επενδύσεις της ΑΕΕΑΠ. Η αποτίμηση των εισφορών σε είδος διενερ­γείται κατ' εφαρμογή του άρθρου 9 του κ.ν. 2190/1920, ενώ, ως προς τα μέσα χρηματαγοράς και τις κινητές αξίες της περίπτωσης δ' της παραγράφου 3 του άρ­θρου 22, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 4099/2012 (Α'250).
3.     Για να εκδοθεί άδεια σύστασης της εταιρίας επεν­δύσεων σε ακίνητη περιουσία απαιτείται να έχει χορη­γηθεί προηγουμένως από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς άδεια λειτουργίας της, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Αντίστοιχη άδεια απαιτείται και για τη μετατροπή υφιστάμενης εταιρίας σε ΑΕΕΑΠ. Η ΑΕΕΑΠ διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου και συμπληρωματικώς από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920. Για τη χορήγηση από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς της άδειας λειτουργίας εκτιμώνται η οργάνωση, τα τεχνικά και οικονομικά μέσα της εταιρίας, η αξιοπιστία και η πείρα των προσώπων που πρόκειται να τη διοικήσουν, ιδίως στον τομέα των επενδύσεων σε ακίνητα, η καταλ­ληλότητα των ιδρυτών για τη διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης της εταιρίας και η ύπαρξη κανόνων εταιρι­κής διακυβέρνησης κατά τις διατάξεις του άρθρου 24. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται με απόφασή της να εξειδικεύει τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία, καθώς και κάθε τεχνικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε ΑΕΕΑΠ.
4.     Η εταιρία υποβάλλει, με την αίτηση για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, λε­πτομερή περιγραφή της επενδυτικής πολιτικής και των χρήσεων ακινήτων, στα οποία η εταιρία θα επενδύει τα διαθέσιμά της, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων της αγοράς, στα οποία βασίζεται η στρατηγική της και των μέσων που αυτή προτίθεται να χρησιμοποιήσει για την επίτευξη των αναπτυξιακών της στόχων.
5.     Για κάθε τροποποίηση του καταστατικού της, όπως και για κάθε αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου, απαιτείται προηγούμενη άδεια της Επιτροπής Κεφα­λαιαγοράς.
6.     Πριν από την είσοδο των μετοχών της ΑΕΕΑΠ σε οργανωμένη αγορά, πρόσωπο που επιθυμεί να αποκτή­σει μετοχές ΑΕΕΑΠ ή δικαιώματα ψήφου που συνδέονται με αυτές, έτσι ώστε η συμμετοχή του στο μετοχικό κεφάλαιο ή στα δικαιώματα ψήφου της εταιρίας, άμεσα ή έμμεσα, να υπερβαίνει τα όρια των 10%, 20%, 33,3%,
50% και 66,6%, υποχρεούται να ανακοινώσει, τουλάχι­στον ένα μήνα νωρίτερα, την πρόθεσή του αυτή στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και να της παράσχει κάθε απαραίτητο στοιχείο για να κρίνει η Επιτροπή Κεφα­λαιαγοράς την καταλληλότητά του για τη διασφάλιση της χρηστής διοίκησης και διαχείρισης της ΑΕΕΑΠ. Ως έμμεση συμμετοχή νοείται η απόκτηση ή η άσκηση δι­καιωμάτων ψήφου κατά την έννοια του άρθρου 10 του ν. 3556/2007. Κτήση μετοχών ΑΕΕΑΠ ή δικαιωμάτων ψήφου που συνδέονται με αυτές στην περίπτωση του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου επιτρέπεται μόνον κατόπιν αδείας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
7.     Κάθε δημοσίευση, κατά την έννοια του άρθρου 7β του κ.ν. 2190/1920, που αφορά σε τροποποίηση του κα­ταστατικού ή σε αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου γνωστοποιείται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
8.     Η εταιρία υποχρεούται να αναγράφει κάτω από την εταιρική επωνυμία τον αριθμό της άδειας λειτουργίας της.
9.     Οι μετοχές των εταιριών είναι υποχρεωτικά ονο­μαστικές.
10.  Απαγορεύεται η εταιρία να εκδίδει ιδρυτικούς τίτ­λους.
Άρθρο 22 Επενδύσεις σε ακίνητη περιουσία
1.     Τα διαθέσιμα της ΑΕΕΑΠ επενδύονται αποκλειστικά σε:
α) Ακίνητη περιουσία, κατά την έννοια των παρα­γράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου, σε ποσοστό τουλάχιστον 80% του ενεργητικού της.
β) Καταθέσεις και μέσα χρηματαγοράς κατά την έν­νοια της παρ. 14 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007.
γ) Κινητές αξίες των περιπτώσεων δ', ε' και στ' της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.
δ) Άλλα κινητά και ακίνητα που εξυπηρετούν λειτουρ­γικές ανάγκες της ΑΕΕΑΠ, τα οποία δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν σωρευτικά, κατά την απόκτησή τους, το δέκα τοις εκατό (10%) του ενεργητικού της.
Η ΑΕΕΑΠ δύναται να τηρεί τα διαθέσιμά της σε κατα­θέσεις και μέσα χρηματαγοράς ως μορφή τοποθέτησης για εύλογο χρόνο έως τη διενέργεια των επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία, τηρουμένης της διατάξεως της παραγράφου 1 του άρθρου 23.
2.     Ως ακίνητη περιουσία, στην οποία μπορεί να επεν­δύει η ΑΕΕΑΠ, νοούνται τα κάθε είδους ακίνητα που ευρίσκονται στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου ή σε τρίτο κράτος σύμφωνα με την περίπτωση γ', αποκτώνται κατά πλήρη ή ψιλή κυριότητα ή επί των οποίων συστήνεται επικαρπία υπέρ της εταιρίας και τα οποία εμπίπτουν σε μία τουλάχιστον από τις παρακάτω περιπτώσεις:
α) Μπορούν να χρησιμοποιηθούν: αα) ως επαγγελ­ματική στέγη, για εμπορικό ή βιομηχανικό σκοπό, συ­μπεριλαμβανομένων ενδεικτικώς των ξενοδοχειακών εγκαταστάσεων, της τουριστικής κατοικίας και των μα­ρίνων ελλιμενισμού ή και ββ) ως κατοικίες με σκοπό την εκμετάλλευσή τους, συμπεριλαμβανομένης της εξοχικής κατοικίας, μόνα τους ή από κοινού με άλλα ακίνητα. Το σύνολο των επενδύσεων της εταιρίας σε ακίνητα οικι­στικού σκοπού, κατά το χρόνο κτήσεως, πρέπει να είναι κατώτερο του 25% του συνόλου των επενδύσεών της.
β) Είναι υπό ανέγερση, συμπεριλαμβανομένων των οικοπέδων επί των οποίων έχει εκδοθεί άδεια οικοδο­μής ακινήτου, αποπεράτωση, επισκευή, αναπαλαίωση, συντήρηση, μεταβολή χρήσης και μπορούν να χρη­σιμοποιηθούν για τους σκοπούς που αναγράφονται ανωτέρω στην περίπτωση α', σύμφωνα με αναλυτικό πρόγραμμα που καταρτίζεται με ευθύνη του διοικητικού συμβουλίου της εταιρίας, ειδικά προς αυτόν το σκοπό και που κοινοποιείται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και, επιπλέον, οι ανωτέρω εργασίες είναι δυνατόν να ολοκληρωθούν εντός τριάντα έξι (36) μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της οικοδομικής άδειας, εφόσον η άδεια εκδοθεί από την ΑΕΕΑΠ μετά την απόκτηση του ακινήτου από αυτή. Αν η άδεια προϋπήρχε, το χρο­νικό διάστημα των τριάντα έξι μηνών ισχύει από την ημερομηνία απόκτησης του ακινήτου από την ΑΕΕΑΠ. Σε περίπτωση αναθεώρησης της άδειας, το ανωτέρω διάστημα παρατείνεται έως τη λήξη ισχύος της ανα­θεώρησης. Σε περίπτωση που το έργο προβλέπεται να ολοκληρωθεί σε διαδοχικές φάσεις λόγω του μεγέ­θους του, το ανωτέρω διάστημα θα αφορά στην πρώτη φάση του έργου. Τα έξοδα των ανωτέρω εργασιών για τα ακίνητα της κατηγορίας αυτής δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν, στο σύνολό τους, το σαράντα τοις εκατό (40%) επί του συνόλου των επενδύσεων της εταιρίας σε ακίνητη περιουσία, όπως αυτή θα έχει διαμορφωθεί μετά την ολοκλήρωση των εργασιών. Το πρόγραμμα του πρώτου εδαφίου αναφέρει το χρονικό διάστημα εντός του οποίου προβλέπεται να ολοκληρωθούν οι ανωτέρω εργασίες και αναλυτική πρόβλεψη των εξόδων που συνδέονται με αυτές.
γ) Ευρίσκονται σε τρίτα, εκτός Ευρωπαϊκού Οικονομι­κού Χώρου, κράτη και είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν άμεσα για κάποιον από τους σκοπούς που αναγράφο­νται στην περίπτωση α', εφόσον, στο σύνολό τους, δεν υπερβαίνουν σε αξία το είκοσι τοις εκατό (20%) του συνόλου των επενδύσεων της εταιρίας σε ακίνητα. 3. Η ΑΕΕΑΠ δύναται, επίσης, να επενδύει σε: α) δικαιώματα από χρηματοδοτική μίσθωση ακινήτων των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 2 είτε με απευθείας κατάρτιση από την εταιρία σύμβασης χρη­ματοδοτικής μίσθωσης ακινήτων είτε με εκχώρηση σε αυτήν προϋφιστάμενης σύμβασης χρηματοδοτικής μί­σθωσης ακινήτων που έχει συνάψει τρίτος, ή και
β) δικαιώματα επιφανείας της παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 3986/2011, όπως εκάστοτε ισχύει, καθώς και μα­κροχρόνιες παραχωρήσεις χρήσης ή εμπορικής εκμε­τάλλευσης ακινήτων των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου όπως, ενδεικτικά, εκτάσεων για ανέγερση ξενοδοχειακών και εν γένει τουριστικού ενδιαφέροντος εγκαταστάσεων, μαρίνων ελλιμενισμού, εκτάσεων δυναμένων να υπαχθούν σε προνομιακό ή ιδιαίτερο καθεστώς δόμησης και οικιστι­κής ανάπτυξης, εκτάσεων ιδιαίτερου φυσικού κάλλους των οποίων η αξιοποίηση είναι επιτρεπτή υπό ιδιαίτε­ρους όρους, ή και
γ) απαιτήσεις προς απόκτηση ακίνητης περιουσίας κατά την έννοια των περιπτώσεων α' και β' της παρα­γράφου 2 βάσει προσυμφώνων, υπό την προϋπόθεση ότι έχει συμβατικώς διασφαλισθεί το μέγιστο τίμημά τους, η προκαταβολή τιμήματος, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει το είκοσι τοις εκατό (20%) του τιμήμα­τος, η ποινική ρήτρα του πωλητή, η οποία δεν μπορεί να υπολείπεται του εκατόν πενήντα τοις εκατό (150%)
της προκαταβολής, και αα) προκειμένου περί ακινήτων της περίπτωσης α' της παραγράφου 2, ο χρόνος απο- περάτωσής τους και η χρησιμοποίησή τους για τους εκεί οριζόμενους σκοπούς το αργότερο εντός έξι (6) μηνών από την απόκτησή τους, ββ) προκειμένου δε περί ακινήτων της περίπτωσης β' της παραγράφου 2, ο χρόνος μεταβίβασής τους και ο χρόνος έναρξης των εργασιών, που δεν μπορεί να απέχει χρονικό διάστη­μα μεγαλύτερο του εξαμήνου από την κατάρτιση του προσυμφώνου, βάσει του αναλυτικού προγράμματος εργασιών, που ετοιμάζεται κατά το χρόνο συντάξεως του προσυμφώνου, ή και
δ) τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%) των με­τοχών ανώνυμης εταιρίας με αποκλειστικό σκοπό την εκμετάλλευση ακινήτων, το σύνολο του παγίου κεφα­λαίου της οποίας είναι επενδεδυμένο σε ακίνητα των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 2 του άρθρου 22 του παρόντος νόμου, ή εταιρίας χαρτοφυλακίου, ή και
ε) τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%) των μετο­χών εταιρίας συμμετοχών, που επενδύει αποκλειστικώς σε εταιρίες της περίπτωσης δ', ή και
στ) τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των μετοχών εταιρίας με την οποία η ΑΕΕΑΠ συνδέεται με σχέση μητρικής και θυγατρικής κατά την έννοια της παρ. 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920, εφόσον: αα) σκοπός της θυγατρικής εταιρίας είναι η απόκτηση, δια­χείριση και εκμετάλλευση ακινήτων, περιλαμβανομένης της διενέργειας επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία κατά την έννοια του άρθρου 22, και ββ) σκοπός της συμμε­τοχής της ΑΕΕΑΠ στο κεφάλαιο της θυγατρικής της είναι η εφαρμογή κοινής επιχειρηματικής στρατηγικής ή στρατηγικών για την ανάπτυξη ακινήτου ή ενότητας ακι­νήτων ελάχιστης αξίας τουλάχιστον δέκα εκατομμυρίων (10.000.000) ευρώ, σύμφωνα με αναλυτικό πρόγραμμα που καταρτίζεται με ευθύνη του διοικητικού συμβουλίου της θυγατρικής εταιρίας, εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο της ΑΕΕΑΠ και κοινοποιείται στην Επιτρο­πή Κεφαλαιαγοράς. Το εν λόγω αναλυτικό πρόγραμμα, μαζί με έκθεση προόδου αυτού, εγκρίνεται ετησίως από το διοικητικό συμβούλιο της θυγατρικής, και η σχετική έκθεση προόδου τίθεται υπόψη του διοικητικού συμ­βουλίου της ΑΕΕΑΠ, που τοποθετείται σχετικώς και αξιολογεί την πρόοδο του προγράμματος. Η σχετική έκθεση αξιολόγησης του ΔΣ της ΑΕΕΑΠ υποβάλλεται από την ΑΕΕΑΠ στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
4.     Με την επιφύλαξη του αμέσως επόμενου εδαφίου, η αξία του συνόλου των ακινήτων της ΑΕΕΑΠ, επί των οποίων αυτή δεν έχει πλήρη κυριότητα, πρέπει να είναι κατώτερη του είκοσι τοις εκατό (20%), κατά το χρόνο κτήσεως, του συνόλου των επενδύσεων της ΑΕΕΑΠ. Σε περίπτωση απόκτησης από την ΑΕΕΑΠ δικαιωμάτων από χρηματοδοτική μίσθωση ακινήτων, κατά την έννοια της περίπτωσης α' της παραγράφου 3, η αξία του συνόλου αυτών των δικαιωμάτων πρέπει να είναι κατώτερη, κατά το χρόνο κτήσεως, του είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του συνόλου των επενδύσεων της ΑΕΕΑΠ.
5.     Η αξία κάθε ακινήτου κατά την έννοια της παρα­γράφου 2 και των περιπτώσεων α' έως γ' της παρα­γράφου 3, το οποίο περιλαμβάνεται στις επενδύσεις της εταιρίας, πρέπει να είναι κατώτερη, κατά το χρόνο της απόκτησης ή της ολοκλήρωσης των εργασιών, βά­σει του σχετικώς καταρτιζομένου προγράμματος, του είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της αξίας του συνόλου των επενδύσεών της. Προκειμένου για επενδύσεις σε
μετοχές θυγατρικών εταιριών, κατά την έννοια της πε­ρίπτωσης δ' της παραγράφου 3, ο ανωτέρω περιορι­σμός ισχύει ως προς την αξία του κάθε ακινήτου που αποκτά η θυγατρική. Η επένδυση της ΑΕΕΑΠ σε εταιρία της περίπτωσης ε' της παραγράφου 3 πρέπει να είναι κατώτερη σε αξία ποσοστού είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του συνόλου των επενδύσεων της ΑΕΕΑΠ.
6.     Τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων 8 και 9 του παρόντος άρθρου, με απόφαση του Υπουργού Οι­κονομικών ορίζονται ο τρόπος και τα μέσα αποτίμησης της αξίας των επενδύσεων σε ακίνητα και ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο θέμα για την αποτίμηση της αξίας των επενδύσεων σε ακίνητα. Με όμοια απόφαση που εκδίδε­ται κατόπιν εισήγησης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται να διευκρινίζονται θέματα ένταξης ακινήτων στις κατηγορίες του παρόντος άρθρου.
7.     Η αποτίμηση της αξίας των επενδύσεων της ΑΕΕ- ΑΠ διενεργείται στο τέλος κάθε εταιρικής χρήσης, από νόμιμο ελεγκτή, ο οποίος δεσμεύεται από την ειδική τακτική έκθεση που συντάσσεται κάθε φορά για το σκοπό αυτό, από ανεξάρτητο εκτιμητή. Ο εκτιμητής του προηγούμενου εδαφίου ορίζεται από τη γενική συνέλευ­ση της ΑΕΕΑΠ, μαζί με το νόμιμο ελεγκτή της εταιρίας.
8.     Η κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 και τις περιπτώσεις α' έως γ' της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου επένδυση των διαθεσίμων της ΑΕΕΑΠ σε ακίνη­τα ή σε δικαίωμα επί ακινήτου, καθώς και η επένδυση σε ακίνητα από εταιρίες των περιπτώσεων δ' και στ' της παραγράφου 3, προϋποθέτει προηγούμενη εκτίμηση της αξίας τους από τον ανεξάρτητο εκτιμητή της προη­γούμενης παραγράφου. Ο εκτιμητής διενεργεί εκτίμηση της αξίας του ακινήτου ή των ανωτέρω μετοχών πριν από την απόκτησή τους από την εταιρία. Προκειμένου περί απαιτήσεων εκ προσυμφώνων της περίπτωσης γ' της παραγράφου 3, η αποτίμηση των ακινήτων, στα οποία αφορούν οι απαιτήσεις αυτές, πραγματοποιείται πριν από την οριστική μεταβίβασή τους στην ΑΕΕΑΠ. Κατά την αποτίμηση λαμβάνεται υπόψη κάθε γεγονός, το οποίο μέχρι την ημερομηνία ένταξής της, κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρ­θρου, ακίνητης περιουσίας στις επενδύσεις της ΑΕΕΑΠ μπορεί να επηρεάσει την αξία της συγκεκριμένης ακί­νητης περιουσίας. Η αποτίμηση αυτή είναι δεσμευτική. Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται και στη μεταβίβαση στοιχείων της ακίνητης περιουσίας, τα οποία έχουν ενταχθεί στις επενδύσεις της ΑΕΕΑΠ. Το τίμημα που καταβάλλεται ή εισπράττεται από την ΑΕΕΑΠ για την απόκτηση ή την εκποίηση της ακίνη­της περιουσίας ή του δικαιώματος επί ακινήτου ή των ανωτέρω μετοχών επιτρέπεται να είναι υψηλότερο ή χαμηλότερο, αντιστοίχως, μέχρι πέντε τοις εκατό (5%) από την αξία τους, όπως αυτή έχει προσδιοριστεί από τον εκτιμητή.
9.     Η αποτίμηση της αξίας των κινητών και ακινήτων που αποκτά η ΑΕΕΑΠ για την εξυπηρέτηση των λειτουρ­γικών της αναγκών, κάθε φορά που απαιτείται τέτοια αποτίμηση, γίνεται με βάση τις σχετικές διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.
10.  Δεν επιτρέπεται η μεταβίβαση των μετοχών θυ­γατρικής εταιρίας που κατέχει η ΑΕΕΑΠ ή ακινήτου, στο οποίο αυτή έχει επενδύσει διαθέσιμά της, πριν από την πάροδο δώδεκα (12) μηνών από την απόκτησή τους, εξαιρουμένων των ακινήτων της υποπερίπτωσης ββ'της
περίπτωσης α' και της περίπτωσης β'της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.
11.  Η μη τήρηση όρου του παρόντος άρθρου, σχετικά με την απόκτηση ή τη μεταβίβαση ακινήτου από ΑΕΕ- ΑΠ δεν συνεπάγεται την ακυρότητα των δικαιοπραξιών αυτών.
12.  Τα ακίνητα στα οποία επενδύει η ΑΕΕΑΠ, άμεσα ή έμμεσα, μέσω θυγατρικών της, ασφαλίζονται υποχρε­ωτικά. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς κα­θορίζεται το ελάχιστο περιεχόμενο των ασφαλιστικών συμβολαίων.
13.  Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύνα­ται να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 23 Εισαγωγή των μετοχών της εταιρίας σε οργανωμένη αγορά
1.     Η ΑΕΕΑΠ εισάγει υποχρεωτικά τις μετοχές της σε οργανωμένη αγορά κατά την έννοια της παρ. 10 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007 εντός δύο (2) ετών από τη σύστασή της. Κατά το χρόνο της εισαγωγής, το μετο­χικό κεφάλαιο της εταιρίας πρέπει να έχει επενδυθεί σε ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) σε ακίνητη περιουσία. Σε περίπτωση μετατροπής εταιρίας σε ΑΕΕΑΠ, η υποχρεωτική εισαγωγή των μετοχών της σε οργανωμένη αγορά, κατά τα ανωτέρω, πρέπει να πραγματοποιείται μέσα σε διάστημα δύο (2) ετών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας μετατροπής.
2.     Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί, ύστερα από αίτηση της εταιρίας, να παρατείνει την προθεσμία της παραγράφου 1 για διάστημα που δεν μπορεί να υπερβεί τους είκοσι τέσσερις (24) μήνες από την ημερομηνία λήξης αυτής σε περίπτωση ανωτέρας βίας ή αν κρίνει ότι οι συνθήκες της αγοράς θέτουν σε κίνδυνο την επί­τευξη της εισαγωγής των μετοχών της εταιρίας στην οργανωμένη αγορά. Για ΑΕΕΑΠ που υφίστανται κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου η προθεσμία της παραγράφου 1 ισχύει από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Παράταση που είχε χορηγηθεί κατά τις προϊσχύσασες διατάξεις εξακολουθεί ισχύουσα για χρονικό διάστημα δώδεκα (12) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
3.     Εάν η εταιρία δεν έχει επιτύχει την εισαγωγή των μετοχών της σε οργανωμένη αγορά εντός των προθε­σμιών των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή Κεφαλαια­γοράς ανακαλεί την άδεια λειτουργίας της και η εταιρία τίθεται υπό εκκαθάριση.
4.     Σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της ΑΕΕΑΠ ανακαλούνται τα προβλεπόμενα για αυτήν φορολογικά οφέλη, καθώς και οποιεσδήποτε άλλες ευνοϊκές για αυτήν φορολογικές ρυθμίσεις που θεσπί­ζονται σε άλλους νόμους. ΑΕΕΑΠ που υφίστανται κατά τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου εξαιρούνται της ανακλήσεως που προβλέπεται στο προηγούμενο εδά­φιο για το μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου χρονικό διάστημα.
Άρθρο 24
Θεματοφύλακας - Κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης
1. Οι επενδύσεις της εταιρίας σε κινητές αξίες των περιπτώσεων δ', ε' και στ' της παραγράφου 3 του άρ­θρου 22 κατατίθενται προς φύλαξη σε πιστωτικό ίδρυμα
που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα.
2.     Ο θεματοφύλακας μπορεί να αναθέτει τη φύλαξη κινητών αξιών σε άλλα πρόσωπα, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 33 του ν. 3371/2005.
3.     Ο θεματοφύλακας ευθύνεται έναντι της εταιρίας και των μετόχων της για κάθε πταίσμα κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του.
4.     Οι κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης που ισχύουν για τις εταιρίες, των οποίων κινητές αξίες αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά, εφαρμόζονται αναλόγως και στις ΑΕΕΑΠ από τη σύ- στασή τους.
5.     Από τη σύστασή της, η ΑΕΕΑΠ καταρτίζει τις οικο­νομικές καταστάσεις της με βάση τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ).
6.     ΑΕΕΑΠ που υφίστανται κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και των οποίων οι μετοχές δεν έχουν εισαχθεί ακόμη σε οργανωμένη αγορά, υποχρεούνται να συμμορφωθούν με τις διατάξεις της παραγράφου 4 εντός τριμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και με τις διατάξεις της παραγράφου 5 εντός εξαμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
Άρθρο 25 Εξαμηνιαία κατάσταση επενδύσεων
1.     Η ΑΕΕΑΠ δημοσιεύει στο τέλος κάθε ημερολογια­κού εξαμήνου εξαμηνιαία κατάσταση επενδύσεων των διαθεσίμων της, με χωριστή αναφορά στις κατηγορίες επενδύσεων. Η πρώτη κατάσταση επενδύσεων επιτρέ­πεται να καλύπτει περίοδο μεγαλύτερη του εξαμήνου, ώστε η ημερομηνία της να συμπέσει με το πέρας ημε­ρολογιακού εξαμήνου, χωρίς όμως αυτή η περίοδος να μπορεί να υπερβεί το έτος. Η κατάσταση περιλαμβάνει την περιγραφή κάθε ακινήτου, το σκοπό για τον οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, την εμπορική του αξία, σε σχέση με την αντικειμενική, εφόσον έχει οριστεί αυτή, καθώς και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο κρίνεται χρήσιμο για να επιτρέψει την αξιολόγηση των επενδύ­σεων της εταιρίας. Ως προς τα δικαιώματα επικαρπίας ή ψιλής κυριότητας ακινήτων, καθώς και δικαιώματα από χρηματοδοτική μίσθωση ακινήτου, η εξαμηνιαία κατάσταση επενδύσεων περιέχει υποχρεωτικά περι­γραφή του δικαιώματος, την πραγματική αξία του, σε σχέση με την πραγματική και την αντικειμενική αξία του ακινήτου στο οποίο αναφέρεται, καθώς και οποιο­δήποτε άλλο χρήσιμο στοιχείο για την αξιολόγηση των συγκεκριμένων επενδύσεων. Η αξία των στοιχείων του ενεργητικού της εταιρίας προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 6 έως και 9 του άρθρου 22 του παρόντος νόμου.
2.     Η εξαμηνιαία κατάσταση επενδύσεων βασίζεται σε έκθεση ανεξάρτητου εκτιμητή και ελέγχεται από νόμιμο ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο του ν. 3693/2008. Υποβάλ­λεται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και αναρτάται στην ιστοσελίδα της εταιρίας και της αγοράς, στην οποία αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης οι με­τοχές της ή μόνο στην ιστοσελίδα της εταιρίας αν δεν έχει διενεργηθεί η εισαγωγή των μετοχών της σε αγορά.
3.     Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί με απόφασή της να ορίσει το ειδικότερο περιεχόμενο της εξαμηνιαίας κατάστασης επενδύσεων της εταιρίας επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία.
Άρθρο 26 Δάνεια, πιστώσεις και εγγυήσεις
1.     Επιτρέπεται η σύναψη δανείων από την ΑΕΕΑΠ και η παροχή πιστώσεων σε αυτή, για ποσά τα οποία, στο σύνολό τους, δεν θα υπερβαίνουν το εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του ενεργητικού της. Τα δάνεια συ­νάπτονται και οι πιστώσεις παρέχονται από πιστωτικό ίδρυμα. Τα δάνεια αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν και οι πιστώσεις μπορούν να δοθούν τόσο για την από­κτηση όσο και για την αξιοποίηση ακινήτων στα οποία επενδύονται ή έχουν επενδυθεί τα διαθέσιμα της εται­ρίας ή των εταιριών της περίπτωσης δ'της παραγράφου 3 του άρθρου 22. Το σύνολο των δανείων που λαμβά­νονται για την αποπεράτωση ακινήτων της εταιρίας ή των εταιριών της περίπτωσης δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 22 δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ποσοστό που αναγράφεται στο πρόγραμμα της περί­πτωσης β'της παραγράφου 2 του άρθρου 22. Στο ύψος του επιτρεπόμενου δανεισμού συμπεριλαμβάνονται και τα δικαιώματα από χρηματοδοτική μίσθωση ακινήτων της περίπτωσης α' της παραγράφου 3 του άρθρου 22.
2.     Για την εξασφάλιση των δανείων και πιστώσεων της προηγούμενης παραγράφου επιτρέπεται να συνιστώνται βάρη επί των κινητών ή ακινήτων της εταιρίας.
3.     Η ΑΕΕΑΠ μπορεί να συνάπτει δάνεια με πιστωτικό ίδρυμα για την απόκτηση ακινήτων που θα χρησιμο­ποιήσει για τις λειτουργικές της ανάγκες, εφόσον το ύψος των δανείων, στο σύνολό τους, δεν υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας του συνόλου των ιδίων κεφαλαίων της εταιρίας μειουμένων κατά το συνολικό ποσό των επενδύσεων της εταιρίας σε ακίνητα. Τα ποσά των δανείων αυτών δεν συνυπολογίζονται στο ποσοστό της παραγράφου 1. Με τους ίδιους όρους και για τον ίδιο σκοπό μπορεί να παρασχεθεί πίστωση στην ΑΕΕΑΠ.
4.     Για την εξασφάλιση των δανείων και πιστώσεων της παραγράφου 3 επιτρέπεται να συνιστώνται βάρη επί του ακινήτου που αποκτά η εταιρία, για τους σκοπούς που ορίζονται στην ανωτέρω παράγραφο.
Άρθρο 27 Διανομή κερδών
1.     Η ΑΕΕΑΠ υποχρεούται να διανέμει ετησίως στους μετόχους της τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) των ετήσιων καθαρών προς διανομή κερδών της. Τα κέρδη που σχετίζονται με την υπεραξία από την πώληση ακινήτων δεν συμπεριλαμβάνονται στη διανομή. Επιτρέ­πεται η διανομή χαμηλότερου ποσοστού, έως των ορίων του κ.ν. 2190/1920, ή η μη διανομή μερίσματος από την εταιρία με απόφαση της γενικής συνέλευσης εφόσον το καταστατικό της περιέχει σχετική πρόβλεψη είτε προς σχηματισμό έκτακτου αφορολόγητου αποθεματικού από λοιπά έσοδα εκτός από κέρδη κεφαλαίου είτε προς δω­ρεάν διανομή μετοχών προς τους μετόχους, με αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.
2.     Με απόφαση της γενικής συνέλευσης δύναται να σχηματιστεί τακτικό αποθεματικό, σύμφωνα με τις δι­ατάξεις του κ.ν. 2190/1920.
3.     Εφόσον στο τέλος μίας εταιρικής χρήσης προκύψει ζημία από την αποτίμηση των κινητών αξιών της περί­πτωσης δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 22, για την κάλυψη της ζημίας, επιτρέπεται ο σχηματισμός πρόβλε­ψης μέχρι και το σύνολο της ζημίας.
Άρθρο 28
Απαγόρευση μεταβίβασης ακινήτων της ΑΕΕΑΠ σε συγκεκριμένα πρόσωπα
1.     Απαγορεύεται η μεταβίβαση ακινήτων, τα οποία η ΑΕΕΑΠ κατέχει άμεσα ή έμμεσα, μέσω θυγατρικών της, σε μετόχους της ΑΕΕΑΠ που κατέχουν, άμεσα ή έμμε­σα, μέσω συνδεδεμένων προσώπων κατά την έννοια της παρ. 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920 ή μέσω προσώπων που ελέγχονται από αυτά, κατά την έννοια της περίπτωσης γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 3556/2007, ποσοστό τουλάχιστον 5% του μετο­χικού κεφαλαίου της ΑΕΕΑΠ, σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου, γενικούς διευθυντές ή διευθυντές της, συ­ζύγους και συγγενείς τους μέχρι και τρίτου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, καθώς και σε ελεγχόμενα από αυτούς, κατά την ανωτέρω έννοια, νομικά πρόσωπα. Η μεταβίβαση ακινήτων από την ΑΕΕΑΠ σε μετόχους που κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα, κατά την ανωτέρω έννοια, ποσοστό μικρότερο του 5% του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕΕΑΠ επιτρέπεται μετά από ειδική άδεια της Γε­νικής Συνέλευσης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 23Α του κ.ν. 2190/1920.
2.     Η απαγόρευση της προηγουμένης παραγράφου δεν ισχύει για τη μεταβίβαση ακινήτων στις εταιρίες των περιπτώσεων δ' και στ' της παραγράφου 3 του άρθρου 22. Μεταβίβαση ακινήτων σε άλλες συνδεδεμέ­νες με την ΑΕΕΑΠ εταιρίες επιτρέπεται μόνον κατόπιν προηγούμενης άδειας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η οποία παρέχεται εφόσον η μεταβίβαση γίνεται με όρους αγοράς και είναι επωφελής για την ΑΕΕΑΠ. Οι ειδικότεροι όροι εφαρμογής της παρούσας παραγράφου μπορεί να εξειδικεύονται με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
3.     Μετά την ολοκλήρωση της εισαγωγής προς δια­πραγμάτευση των μετοχών της ΑΕΕΑΠ σε οργανωμένη αγορά, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23 του παρόντος νόμου, απαγορεύεται περαιτέρω η μεταβί­βαση προς την ΑΕΕΑΠ ακινήτων που ανήκουν σε: α) μετόχους της ΑΕΕΑΠ που κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα, μέσω συνδεδεμένων προσώπων κατά την έννοια της παρ. 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920 ή μέσω προ­σώπων που ελέγχονται από αυτά, κατά την έννοια της περίπτωσης γ' της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3556/2007, ποσοστό τουλάχιστον 5% του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕΕΑΠ, και β) σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου της, γενικούς διευθυντές ή διευθυντές της, συζύγους και συγγενείς τους μέχρι και τρίτου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, καθώς και σε ελεγχόμενα από αυτούς, κατά την ανωτέρω έννοια, νομικά πρόσωπα. Η απαγόρευση δεν καταλαμβάνει την εισφορά ακινήτων στην ΑΕΑΑΠ κατά το στάδιο σύστασης ή μεταγενέστερης αύξησης μετοχικού κεφαλαίου.
Άρθρο 30 Εποπτεία - Κυρώσεις
1.     Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι αρμόδια για την εποπτεία και τον έλεγχο της εφαρμογής του παρόντος νόμου και των κανονιστικών αποφάσεων λειτουργίας των ΑΕΕΑΠ που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότησή του.
2.     Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της παραγρά­φου 1, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να διενερ­γεί ελέγχους και να αναθέτει σε νόμιμους ελεγκτές ή ελεγκτικά γραφεία τη διενέργεια εκτάκτων ελέγχων.
3.     Οι ΑΕΕΑΠ και οι θυγατρικές τους υποχρεούνται να θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και των εντεταλμένων οργάνων της τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τη διενέργεια του ελέγχου. Τα εντεταλμένα όργανα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς κατά περίπτωση μπορούν:
α) να έχουν πρόσβαση σε οποιοδήποτε έγγραφο υπό οποιαδήποτε μορφή και να λαμβάνουν αντίγραφό του και
β) να ζητούν πληροφορίες από οποιοδήποτε πρόσωπο και, εφόσον είναι απαραίτητο, να καλούν και να λαμ­βάνουν μαρτυρικές καταθέσεις από οποιοδήποτε πρό­σωπο εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων των παραγράφων 9 έως 13 του άρθρου 22 του ν. 3340/2005.
4.     Αν παραβιαστούν οι διατάξεις του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότησή του, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει σε ΑΕΕΑΠ επίπληξη ή πρόστιμο ύψους από χίλια (1.000) ευρώ έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ. Για την επιλογή της κύρωσης και κατά την επιμέτρηση του προστίμου λαμ­βάνονται ενδεικτικώς υπόψη το μέγεθος και η σημασία της παράβασης, ο κίνδυνος πρόκλησης βλάβης στα συμ­φέροντα των επενδυτών, το ύψος της ζημίας που προ­κλήθηκε σε επενδυτές και της τυχόν αποκατάστασής της, η λήψη μέτρων από την εταιρία για τη συμμόρφωσή της στο μέλλον, ο βαθμός υπαιτιότητας της εταιρίας, ο βαθμός συνεργασίας με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά το στάδιο διερεύνησης και ελέγχου, οι ανάγκες της γενικής και ειδικής πρόληψης και η τυχόν καθ' υπο- τροπήν τέλεση παραβάσεων του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότησή του.
5.     Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου, σε μετόχους και σε διευθυντικά στελέχη της ΑΕΕΑΠ και των θυγατρικών των περιπτώ­σεων δ' και ε' της παραγράφου 3 του άρθρου 22 του παρόντος νόμου, που παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότησή του, επίπληξη ή πρόστιμο ύψους από πε­ντακόσια (500) ευρώ μέχρι διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ. Εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της πα­ραγράφου 6, το πρόστιμο μπορεί να ανέρχεται μέχρι του ποσού των εξακοσίων χιλιάδων (600.000) ευρώ. Για την επιλογή της κύρωσης και κατά την επιμέτρηση του προστίμου εφαρμόζεται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4.
6.     Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει πρόστιμο ύψους μέχρι τετρακοσίων χιλιάδων (400.000) ευρώ σε πρόσωπα τα οποία, εν γνώσει τους, προβαίνουν σε ψευ­δείς δηλώσεις ή ανακοινώσεις προς το κοινό σχετικά με τα οικονομικά στοιχεία ΑΕΕΑΠ και των θυγατρικών τους, συμπεριλαμβανομένων των επενδύσεων και αποδόσεών της, με σκοπό να προσελκύσουν σε αυτήν επενδυτές.
7.     Όποιος εν γνώσει του προβαίνει σε ψευδείς δη­λώσεις ή ανακοινώσεις προς το κοινό σχετικά με τα οικονομικά στοιχεία ΑΕΕΑΠ και των θυγατρικών τους, συμπεριλαμβανομένων των επενδύσεων και αποδόσε- ών της, με σκοπό να προσελκύσει σε αυτήν επενδυτές παραπλανώντας τους, τιμωρείται με φυλάκιση τουλά­χιστον τριών (3) μηνών και χρηματική ποινή από πενή­ντα χιλιάδες (50.000) ευρώ μέχρι τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ.
8.     Οι διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε δηλώσεις ή ανακοινώσεις που
λαμβάνουν χώρα μέχρι την εισαγωγή των μετοχών της ΑΕΕΑΠ σε οργανωμένη αγορά.
9.     Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει πρόστιμο μέχρι τριακόσιες χιλιάδες ( 300.000) ευρώ σε όποιον δεν συνεργάζεται σε έλεγχο - έρευνα που διενεργείται στην ΑΕΕΑΠ.
10.  Επιτρέπεται η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να δημο­σιοποιεί οποιαδήποτε μέτρα ή κυρώσεις επιβάλλει σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιο- δότησή του, εκτός εάν η δημοσιοποίηση ενδέχεται να διαταράξει σοβαρά τις χρηματοπιστωτικές αγορές, να είναι επιζήμια για τα συμφέροντα των επενδυτών ή να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη.
11.  Οι διατάξεις των άρθρων 37 και 38 του ν. 3371/2005 εφαρμόζονται και στις ΑΕΕΑΠ.
12.  Οι κανονιστικές αποφάσεις της Επιτροπής Κε­φαλαιαγοράς που εκδόθηκαν κατ' εξουσιοδότηση της παραγράφου 2 του άρθρου 21, της παραγράφου 11 του άρθρου 22 και της παραγράφου 3 του άρθρου 25, εξα­κολουθούν να ισχύουν έως την αντικατάστασή τους από νέες.»

 


Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδα Webnode