Ν.4174/2013 Άρθρο 40 - 52 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ ΕΙΣΠΡΑΞΗ

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ

Άρθρο 40 Αρμόδια όργανα

1. Η είσπραξη των φόρων και των λοιπών εσόδων του Δημοσίου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα, συμπεριλαμβανομένης της αναγκαστικής εκτέλε­σης και της λή­ψης διασφαλιστικών μέτρων, ανήκει στην αρμοδιότητα του Γενικού Γραμματέα.

(οι λέξεις προστέθηκαν με την παρ. 1 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

2. Η διεκπεραίωση των διαδικασιών είσπραξης για λο­γαριασμό του Δημοσίου των φόρων και λοιπών εσόδων μπορεί να ανατεθεί με απόφαση του Γενικού Γραμματέα σε τράπεζες και λοιπά πιστωτικά ιδρύματα, στα Ελληνι­κά Ταχυδρομεία ή οποιαδήποτε δημόσια υπηρεσία. Με όμοια απόφαση καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία της είσπραξης από τα προαναφερόμενα πρόσωπα, κα­θώς και ο έλεγχος για την είσπραξη αυτών.

Οι διαδικασίες είσπραξης για λο­γαριασμό του Δημοσίου των φόρων και λοιπών εσόδων μπορούν να ανατεθούν με απόφαση του Γενικού Γραμματέα σε τράπεζες και λοιπά πιστωτικά ιδρύματα, στα Ελληνι­κά Ταχυδρομεία ή οποιαδήποτε δημόσια υπηρεσία. Με όμοια απόφαση καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία της είσπραξης από τα προαναφερόμενα πρόσωπα, κα­θώς και ο έλεγχος για την είσπραξη αυτών.

(όπως τροποποιήθηκε  με την παρ. 2 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

3. Ο Γενικός Γραμματέας ή τα νομίμως εξουσιοδο­τημένα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης έχουν το δικαίωμα να προβαίνουν σε κάθε δικαστική ή οποια­δήποτε άλλη νόμιμη ενέργεια που αποσκοπεί, άμεσα ή έμμεσα, στην είσπραξη φόρων και λοιπών εσόδων, περιλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, της κατάθεσης αί­τησης πτώχευσης του οφειλέτη του Δημοσίου και της αγωγής καταδολίευσης.

Ο Γενικός Γραμματέας ή τα νομίμως εξουσιοδο­τημένα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης έχουν το δικαίωμα να προβαίνουν σε κάθε δικαστική ή οποια­δήποτε άλλη νόμιμη ενέργεια που αποσκοπεί, άμεσα ή έμμεσα, στην είσπραξη φόρων και λοιπών εσόδων, περιλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, της κατάθεσης αί­τησης πτώχευσης του οφειλέτη του Δημοσίου και της άσκησης αγωγής διάρρη­ξης. Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου ισχύει αναλόγως η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 25 του Κώδικα

(όπως τροποποιήθηκε  με την παρ. 3 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)  ( το  δευτερο εδάφιο προστέθηκε με την παρ. 7β της υποπαραγράφου Δ2 του πρώτου άρθρου του ν.4254/2014)

 

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ

Άρθρο 41 Πληρωμή φόρου

1. Ο φόρος καταβάλλεται κατά το χρόνο που προ­βλέπεται από το νόμο που επιβάλλει την αντίστοιχη φορολογία, στην οποία εφαρμόζεται ο Κώδικας.

2. Ο φόρος καταβάλλεται με τον τρόπο που καθορί­ζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα.

3. Σε περίπτωση διορθωτικού  προσδιορισμού φόρου, ο οφειλόμενος φόρος καταβάλλεται εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της πράξης του προσδιο­ρισμού φόρου στον φορολογούμενο. Σε περίπτωση εκτι­μώμενου προσδιορισμού ή προληπτικού προσδιορισμού του φόρου, ο οφειλόμενος φόρος καταβάλλεται εντός τριών (3) ημερών από την κοινοποίηση της αντίστοιχης πράξης προσδιορισμού του φόρου.

Σε περίπτωση διορθωτικού ή εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου, ο οφειλόμενος φόρος καταβάλλεται εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της πράξης του προσδιο­ρισμού φόρου στον φορολογούμενο. Σε περίπτωση  προληπτικού προσδιορισμού του φόρου, ο οφειλόμενος φόρος καταβάλλεται εντός τριών (3) ημερών από την κοινοποίηση της αντίστοιχης πράξης προσδιορισμού του φόρου.

(όπως τροποποιήθηκε  με την παρ. 4 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

4.     Σε περίπτωση έκδοσης οριστικής απόφασης διοι­κητικού δικαστηρίου, ο οφειλόμενος φόρος καταβάλ­λεται σε δύο (2) ίσες μηνιαίες δόσεις. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου από την κοινο­ποίηση στον φορολογούμενο της πράξης εκκαθάρισης του φόρου που προκύπτει με βάση το διατακτικό της απόφασης μήνα και η δεύτερη δόση μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα που ακολουθεί.

Άρθρο 42 Επιστροφή φόρου

1.    Εάν ο φορολογούμενος δικαιούται επιστροφή φό­ρου, η Φορολογική Διοίκηση, αφού συμψηφίσει τους οφειλόμενους από τον φορολογούμενο φόρο με το ποσό προς επιστροφή, προβαίνει στην επιστροφή της τυχόν προκύπτουσας διαφοράς.

2.    Το επιστρεπτέο ποσό καταβάλλεται στον φορολο­γούμενο εντός ενενήντα (90) ημερών από την υποβολή έγγραφου αιτήματος του φορολογουμένου, εκτός εάν προβλέπεται μικρότερο χρονικό διάστημα από άλλη διάταξη της φορολογικής νομοθεσίας.

Ειδικά για αιτήματα επιστροφής ΦΠΑ από υποκειμένους μη εγκατεστημένους στο εσωτερικό της χώρας, η Φορολογική Διοίκηση αποφαίνεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από τη λήψη του σχετικού αιτήματος, εκτός εάν απαιτείται η προσκόμιση συμπληρωματικών στοιχείων οπότε η ως άνω προθεσμία παρατείνεται μέχρι οκτώ (8) μήνες.

(Το δεύτερο εδάφιο  προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του ν. 4281/2014 και ισχύει από 08/08/2014)

3.    Με έγγραφη δήλωση που περιλαμβάνεται στην αί­τηση επιστροφής του φορολογουμένου, το επιστρεπτέο ποσό παρακρατείται με σκοπό το συμψηφισμό του με μελλοντικές οφειλές του φορολογουμένου.

4. Η αξίωση για επιστροφή φόρου, ο οποίος καταβλή­θηκε αχρεώστητα παραγράφεται κατά το χρόνο που πα­ραγράφεται το δικαίωμα της Φορολογικής Διοίκησης για έκδοση πράξης προσδιορισμού φόρου, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του Άρθρου 36 του Κώδικα αναφο­ρικά με την αντίστοιχη φορολογική υποχρέωση από την οποία πηγάζει η αξίωση προς επιστροφή.

(Η παρ.4 προστέθηκε  με την παρ. 5 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

5. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα μπορούν να ορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρό­ντος Άρθρου.

(Η παρ.5 προστέθηκε  με την παρ. 6 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

Άρθρο 43 Πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών - τμηματικής καταβολής σε δόσεις

1.    Μετά από αίτηση του φορολογουμένου πριν ή μετά τη λήξη της προθεσμίας καταβολής φόρου, η Φορολογική Διοίκηση δύναται να εγκρίνει πρόγραμμα ρύθμισης κα­ταβολής των φορολογικών οφειλών σε μία ή περισσό­τερες δόσεις, εφόσον ο φορολογούμενος επικαλείται και αποδεικνύει ότι αντιμετωπίζει οικονομική αδυναμία για την καταβολή του φόρου στη νόμιμη προθεσμία και ότι έχει τη δυνατότητα συμμόρφωσης με το πρόγραμμα ρύθμισης. Το πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα έτος. Κατ' εξαίρεση το πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών μπορεί να εκτείνεται έως δύο (2) έτη για φόρους που καταβάλλονται εφάπαξ.

2. Για την υποβολή αίτησης υπαγωγής σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών σύμφωνα με την παράγραφο 1, ο φορολογούμενος πρέπει να παράσχει στη Φορολογική Διοίκηση τα εξής στοιχεία:

α) αναλυτική δήλωση των εισοδημάτων του, περιουσι­ακών στοιχείων του και οφειλών του σε τρίτους,

β) αποδεικτικά στοιχεία για την υποβολή όλων των φορολογικών δηλώσεων που υποβλήθηκαν τα τελευταία πέντε (5) έτη, και

γ) ανάλογα με το ύψος των φορολογικών οφειλών για τις οποίες υποβάλλει αίτηση ένταξης σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών:

αα) για φορολογικές οφειλές άνω των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, αποδεικτικά στοιχεία για τη δυνατότητα καταβολής των μηνιαίων δόσεων,

ββ) για φορολογικές οφειλές άνω των πενήντα χιλιά­δων (50.000) ευρώ, έγγραφα με τα οποία αποδεικνύ­εται, αφενός, η προσωρινή οικονομική του αδυναμία και, αφετέρου, η δυνατότητα τήρησης των όρων του προγράμματος ρύθμισης οφειλών ή

γγ) για φορολογικές οφειλές άνω των εκατόν πενήντα χι­λιάδων (150.000) ευρώ, εγγυήσεις ή άλλο εμπράγματο βάρος.

 ισχύς της περίπτωσης γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 43 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, αναστέλλεται για χρονικό διάστημα δύο ετών από τη δημοσίευση του παρόντος. Η αναστολή καταλαμβάνει και τις ήδη χορηγηθείσες ρυθμίσεις. Εγγυήσεις ή εμπράγματα βάρη που τυχόν έχουν παρασχεθεί κατ’ εφαρμογή της ανωτέρω υποπερίπτωσης γγ΄ εξακολουθούν να ισχύουν. 

Σύμφωνα με την παρ. 13 α. της υποπαραγραφου Δ΄του Ν.4336/18.8.2015

3. Φορολογούμενος, ο οποίος έχει καταδικαστεί για φοροδιαφυγή δεν μπορεί να υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών σύμφωνα με την παράγραφο 1.

4. Η πρώτη δόση του προγράμματος ρύθμισης οφειλών καταβάλλεται εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογουμένου για την έγκριση του προγράμματος. Οι υπόλοιπες δόσεις καταβάλλονται μέχρι και την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε επόμενου μήνα. Αν παραλειφθεί η καταβολή μίας δόσης, επιβάλλεται προσαύξηση ίση με ποσοστό δεκα­πέντε τοις εκατό (15%) επί του ποσού της καταβλητέας δόσης. Η δόση που δεν έχει καταβληθεί εμπροθέσμως σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο καταβάλλεται μαζί με την προσαύξηση το αργότερο μέχρι τη λήξη της προθεσμίας καταβολής της επόμενης δόσης.

5.    Το πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών παύει να ισχύει με συνέπεια την υποχρέωση άμεσης καταβολής του υπόλοιπου της οφειλής και την εφαρμογή όλων των διαθέσιμων μέτρων εκτέλεσης, εάν ο φορολογούμενος:

α) δεν καταβάλλει μέσα στις προβλεπόμενες προθε­σμίες περισσότερες από μία δόσεις,

β) καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης για περισσότερο από ένα μήνα,

γ) δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις φορολο­γίας εισοδήματος και φορολογίας Φ.Π.Α. κατά την πε­ρίοδο του προγράμματος ρύθμισης οφειλών,

δ) παρείχε ελλιπή ή ανακριβή στοιχεία για την έγκριση του προγράμματος ρύθμισης οφειλών.

6. Η υπαγωγή του φορολογούμενου σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών δεν τον απαλλάσσει από την υπο­χρέωση καταβολής τόκων επί των ρυθμιζόμενων φο­ρολογικών οφειλών.

Ο τόκος του προηγούμενου εδαφίου υπολογίζεται με βάση το ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, πλέον πέντε (5) εκατοστιαίων μονάδων, ετησίως υπολογισμένο.

Η παραπάνω παράγραφος προστέθηκε σύμφωνα με την παρ. 13 β. της υποπαραγράφου Δ΄του Ν.4336/18.8.2015 και ισχύει απο 14/10/2015 συμφωνα με την παρ.13γ του ιδίου νόμου.

7. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα μπορούν να ορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρό­ντος Άρθρου.

(Η παρ.7 προστέθηκε  με την παρ. 7 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

8. Με πράξη της Φορολογικής Διοίκησης επιτρέπεται η εξόφληση του συνόλου ή μέρους οφειλομένου φόρου από οφειλέτη που βρίσκεται σε αδυναμία να τον καταβάλει με μετρητά, μετά από αίτησή του, με μεταβίβαση σε τρίτον της πλήρους κυριότητας του ακινήτου και ταυτόχρονη εκχώρηση της απαίτησης καταβολής του τιμήματος ή μέρους αυτού στο Ελληνικό Δημόσιο. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται η διαδικασία εξόφλησης του φόρου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.(Η παρ.8 προστέθηκε με το άρθρο 10 του Ν.4223/2013)

Άρθρο 44 Σειρά εξόφλησης

1.      Οι καταβολές χρηματικών ποσών έναντι συγκεκρι­μένου φόρου εξοφλούν την υποχρέωση του φορολο­γούμενου με την ακόλουθη σειρά:

α) έξοδα είσπραξης, β) τόκος επί του φόρου, γ) πρόστιμα που σχετίζονται με το φόρο, δ) το αρχικό ποσό του φόρου.

2.      Η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να κατανέμει κάθε καταβολή σε οποιονδήποτε οφειλόμενο φόρο:

α) εάν ο φορολογούμενος δεν υποδείξει κατά το χρόνο της καταβολής σε ποιο συγκεκριμένο φόρο ή φορολογική περίοδο αφορά η πληρωμή, ή

β) εάν η καταβολή πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 48 του Κώδικα.

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ' ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ

ΕΝΟΤΗΤΑ 1 ΕΚΤΕΛΕΣΤΟΣ ΤΙΤΛΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗ

Άρθρο 45 Απαρίθμηση εκτελεστών τίτλων

1. Η είσπραξη των φόρων και των λοιπών εσόδων του Δημοσίου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα πραγματοποιείται δυνάμει εκτελεστού τίτλου.

2. Εκτελεστοί τίτλοι από το νόμο είναι:

α) στην περίπτωση άμεσου προσδιορισμού φόρου, ο προσδιορισμός του φόρου, όπως προκύπτει ταυτόχρονα με την υποβολή της δήλωσης,

β) στην περίπτωση διοικητικού προσδιορισμού φόρου, η πράξη προσδιορισμού του φόρου που κοινοποιείται στον φορολογούμενο,

γ) στην περίπτωση εκτιμώμενου προσδιορισμού φό­ρου, η πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού του φόρου, 

δ) στην περίπτωση διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, η πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, 

ε) στην περίπτωση προληπτικού προσδιορισμού φό­ρου, η πράξη προληπτικού προσδιορισμού του φόρου, 

στ) σε περίπτωση έκδοσης οριστικής δικαστικής απόφασης, η απόφαση αυτή όπως κοινοποιείται στον φορολογούμενο,

ζ) σε περίπτωση καταλογισμού τόκων και προστίμων, οι αντίστοιχες πράξεις.

σε περίπτωση επιβολής προστίμων οι αντίστοιχες πράξεις

η) σε περίπτωση ενδικοφανούς προσφυγής, η από­φαση της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης.

(Οι καταργήσεις της παρ. 2 και η προσθή της περ. η) έγιναν   με την παρ. 8 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

ΕΝΟΤΗΤΑ 2 ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΤΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ

Άρθρο 46 Λήψη διασφαλιστικών μέτρων

1. Η Φορολογική Διοίκηση, προκειμένου να διασφαλίζει την είσπραξη φόρων, μπορεί, σε επείγουσες περιπτώσεις, στις οποίες αυτό απαιτείται για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου για την είσπραξη των φόρων, να προβαίνει με βάση τον εκτελεστό τίτλο του άρθρου 45 του Κώδικα και χωρίς δικαστική απόφαση στην επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης κινητών, ακινήτων, εμπραγ­μάτων δικαιωμάτων σε αυτά, απαιτήσεων και γενικά όλων των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη του Δημοσίου είτε βρίσκονται στα χέρια του είτε στα χέ­ρια τρίτου. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλογικά τα άρθρα 707-723 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, εξαιρουμένων των άρθρων 715 παρ. 5 και 722 του ανω­τέρω Κώδικα.

2.     Η Φορολογική Διοίκηση μπορεί με τις ίδιες προ­ϋποθέσεις της παραγράφου 1, να προβαίνει στη λήψη των προβλεπόμενων στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ασφαλιστικών μέτρων με βάση τον εκτελεστό τίτλο κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 691 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

3.    Τα μέτρα της προηγούμενης παραγράφου διατάσ­σονται από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Πρωτοδικεί­ου της έδρας της αρμόδιας για τη σχετική φορολογία αρχής χωρίς να απαιτείται προηγούμενη κλήτευση του φορολογουμένου.

4.    Με τις ίδιες προϋποθέσεις μπορεί να εγγραφεί υπο­θήκη για κάθε φόρο και λοιπά έσοδα του Δημοσίου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα.

1. Η Φορολογική Διοίκηση, προκειμένου να διασφαλί­ζει την είσπραξη φόρων, μπορεί σε επείγουσες περιπτώ­σεις ή για να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος για την εί­σπραξη των φόρων, να προβαίνει με βάση τον εκτελεστό τίτλο του Άρθρου 45 του Κώδικα πριν τη λήξη της προθε­σμίας καταβολής της οφειλής και χωρίς δικαστική από­φαση στην επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης κινητών, ακινήτων, εμπραγμάτων δικαιωμάτων σε αυτά, απαιτή­σεων και γενικά όλων των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη του Δημοσίου είτε βρίσκονται στα χέρια του εί­τε στα χέρια τρίτου. Η συντηρητική κατάσχεση τρέπεται αυτοδίκαια σε αναγκαστική με την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας καταβολής της οφειλής και έχει τις συνέπει­ες της αναγκαστικής κατάσχεσης από το χρόνο της εγ­γραφής της. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλογικά τα άρθρα 707-723 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, εξαι­ρουμένων των άρθρων 715 παρ.5 και 722 του ανωτέρω Κώδικα.

2.   Η Φορολογική Διοίκηση μπορεί με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, να προβαίνει στη λήψη των προβλε­πόμενων στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ασφαλιστι­κών μέτρων με βάση τον εκτελεστό τίτλο αλλά και πριν από την απόκτηση εκτελεστού τίτλου, κατ' ανάλογη ε­φαρμογή του Άρθρου 691 του Κώδικα Πολιτικής Δικονο­μίας.

3.   Τα μέτρα της προηγούμενης παραγράφου διατάσ­σονται από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Πρωτοδικείου της έδρας του οργάνου της Φορολογικής Διοίκησης χω­ρίς να απαιτείται προηγούμενη κλήτευση του φορολο­γουμένου.

4.   Με τις ίδιες προϋποθέσεις μπορεί να εγγραφεί υπο­θήκη για κάθε φόρο και λοιπά έσοδα του Δημοσίου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα.

5.   Εφόσον η Φορολογική Διοίκηση διαπιστώνει παρα­βάσεις φοροδιαφυγής κατά την έννοια των περιπτώσε­ων β' και γ' της παρ. 1 του Άρθρου 55, και ανεξαρτήτως των χρηματικών ορίων που τίθενται στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης β',  αθροιστικά άνω του ποσού των εκατό πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ ή κατά την έννοια των περιπτώσεων δ' και ε' της παρ.1 του Άρθρου 55 του Κώδικα εφόσον η αξία των συναλλα­γών των φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει αθροιστικά το ποσό των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ, μπο­ρεί, βάσει ειδικής έκθεσης ελέγχου, να επιβάλλει σε βά­ρος του παραβάτη προληπτικά ή διασφαλιστικά του δη­μοσίου συμφέροντος μέτρα άμεσου και επείγοντος χα­ρακτήρα. Ειδικότερα η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να μην παραλαμβάνει και να μην χορηγεί έγγραφα που α­παιτούνται για τη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων. Στην περίπτωση αυτή δεσμεύεται το πενήντα τοις εκατό (50%) των καταθέσεων, των πάσης φύσεως λογαρια­σμών και παρακαταθηκών και του περιεχομένου των θυ­ρίδων του παραβάτη. Το μη χρηματικό περιεχόμενο θυρί­δων και οι μη χρηματικές παρακαταθήκες, δεσμεύονται στο σύνολό τους.

6.   Τα μέτρα της παραγράφου 5 επιβάλλονται σωρευτι­κά σε βάρος των ομορρύθμων εταίρων προσωπικών εται­ριών, καθώς και σε βάρος κάθε προσώπου εντεταλμένου από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση ή εκ­προσώπηση οποιουδήποτε νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας από την τέλεση της παράβασης και εφεξής, ανεξάρτητα αν έχουν αποβάλει την ιδιότητα αυτή στην περίπτωση οποιασδήποτε παράβασης φοροδιαφυγής των περιπτώσεων β' και γ' της παρ. 1 του Άρθρου 55  και ανεξαρτήτως των χρηματικών ορίων που τίθενται στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης β' και κατά την τέλεση αυτής στην περίπτωση οποιασδήποτε παράβασης φοροδιαφυγής των περιπτώσεων δ' και ε' της παρ. 1 του Άρθρου 55 του Κώδικα. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα εξειδικεύονται τα πρόσωπα της προηγούμενης παραγράφου, καθορίζονται οι περιπτώ­σεις κατά τις οποίες τα μέτρα αίρονται εν όλω ή εν μέρει και οι περιπτώσεις μη εφαρμογής τους, προσδιορίζεται ο χρόνος διατήρησης αυτών και κάθε άλλο ειδικότερο θέ­μα. Η προθεσμία και η άσκηση της ενδικοφανούς προ­σφυγής του Άρθρου 63 του Κώδικα, δεν αναστέλλουν την εφαρμογή των μέτρων, εφαρμοζομένων αναλογικά των οριζομένων στην παρ. 4 του ιδίου Άρθρου.

7. Τα μέτρα της παρ. 5 δεν εμποδίζουν τη δυνατότητα της Φορολογικής Διοίκησης να ικανοποιεί τις απαιτήσεις της από τα δεσμευθέντα περιουσιακά στοιχεία, με ανα­γκαστική εκτέλεση σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

(Το άρθρο 47 όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 9 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

(και συμπληρώθηκε με την παρ. 8 της υποπαραγράφου Δ2 του πρώτου άρθρου του ν.4254/2014)

ΕΝΟΤΗΤΑ 3 ΜΕΤΡΑ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ

Άρθρο 47 Ατομική ειδοποίηση καταβολής οφειλής / υπερημερίας

1. Σε περίπτωση μη καταβολής των ποσών που ανα­φέρονται στην πράξη προσδιορισμού του φόρου ή στην πράξη επιβολής τόκων ή προστίμων ή στην πράξη εκ­καθάρισης του φόρου μετά την έκδοση οριστικής δι­καστικής απόφασης μέχρι την προβλεπόμενη σε αυτά ημερομηνία πληρωμής το αρμόδιο όργανο της Φορο­λογικής Διοίκησης αποστέλλει στον φορολογούμενο ατομική ειδοποίηση καταβολής των οφειλών του που δεν έχουν καταβληθεί εντός των νομίμων προθεσμιών πριν τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης εκτέλεσης σύμφωνα με όσα ορίζονται στα επόμενα άρθρα του Κώδικα.

 Σε περίπτωση μη καταβολής των ποσών που ανα­φέρονται στην πράξη προσδιορισμού του φόρου ή στην πράξη επιβολής προστίμων ή στην πράξη εκ­καθάρισης του φόρου μετά την έκδοση οριστικής δι­καστικής απόφασης μέχρι την προβλεπόμενη σε αυτά ημερομηνία πληρωμής η Φορολογική Διοί­κηση κοινοποιεί στον φορολογούμενο ατομική ειδοποίηση καταβολής των οφειλών του που δεν έχουν καταβληθεί εντός των νομίμων προθεσμιών πριν τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης εκτέλεσης σύμφωνα με όσα ορίζονται στα επόμενα άρθρα του Κώδικα.

2. Σε περίπτωση μη καταβολής των ποσών που ανα­φέρονται στην ατομική ειδοποίηση εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της ατομικής ειδοποίησης καταβολής οφειλής, το αρμόδιο όργανο της Φορολο­γικής Διοίκησης μπορεί να προβεί στη λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης σύμφωνα με όσα ορίζονται στον Κώδικα μετά την πάροδο της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών.

Σε περίπτωση μη καταβολής των ποσών που ανα­φέρονται στην ατομική ειδοποίηση εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της ατομικής ειδοποίησης καταβολής οφειλής, η Φορολογική Διοί­κηση μπορεί να προβεί στη λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης σύμφωνα με όσα ορίζονται στον Κώδικα. Δεν απαιτείται η κοινοποίηση της ειδοποίησης για την επιβολή κατάσχεσης στις περιπτώσεις κατάσχεσης χρηματικών ποσών ή απαιτήσεων στα χέρια του φορολο­γουμένου ή τρίτου.

(Οι παρ. 1 & 2 όπως τροποποιήθηκαν με τις παρ. 10, 11 & 12 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

3. Στην ατομική ειδοποίηση αναφέρονται:

α) το ονοματεπώνυμο ή ε­πωνυμία και τα στοιχεία του φορολο­γουμένου,

β) ο Α.Φ.Μ. του φορολογουμένου, εφόσον έχει εκδοθεί,

γ) η ημερομηνία έκδοσης της ατομικής ειδοποίησης καθώς και παραπομπές στους αντίστοιχους εκτελε­στούς τίτλους, συμπεριλαμβανομένων  σχετι­κών προθεσμιών, ημερομηνιών καταβολής και αριθμού δόσεων,

δ) το είδος και το ποσό των οφειλόμενων φόρων, των τόκων, των προστίμων και η φορολογική περίοδος ή περίοδοι ή οι φορολογικές υ­ποθέσεις που αφορούν αυτά, με εξαίρεση αυτά για τα οποία ισχύει νόμιμη ή δικαστική αναστολή πληρωμής, 

ε) η εντολή καταβολής των ποσών αυτών, στ) ο τρόπος πληρωμής των ανωτέρω, 

ζ) ο όρος ότι οι τόκοι συνεχίζουν να υπολογίζονται μέχρι την τελική εξόφληση της οφειλής,

η) ο όρος ότι εφόσον ο φορολογούμενος δεν προβεί σε εξόφληση εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση  της ατομικής ειδοποίησης, η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβεί σε διαδικασία αναγκαστικής είσπρα­ξης των ποσών που αναφέρονται σε αυτή, εκτός εάν ο φορολογούμενος υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών εντός τριάντα (30) ημερών σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 43 του Κώδικα.

(όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 13 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

4. Η ατομική ειδοποίηση η οποία δεν εξομοιώνεται με επιταγή προς πληρωμή. Κοινοποιείται στον φορολο­γούμενο σύμφωνα με το άρθρο 5 του Κώδικα.

(όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 14 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

5. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα καθώς και οι λεπτομέρειες εφαρμο­γής του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 48 Αναγκαστική εκτέλεση

1. Εξαιρουμένων των θεμάτων που ρυθμίζονται δι­αφορετικά από τον παρόντα Κώδικα, η αναγκαστική είσπραξη των φόρων και λοιπών εσόδων του Δημοσίου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα διε­νεργείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν.δ. 356/1974 περί Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων.

2. Ειδικά, η διαδικασία συμψηφισμού που προβλέπεται στο άρθρο 83 του ν.δ. 356/1974 περί Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων δεν εφαρμόζεται αναφορικά με τους φόρους και λοιπά έσοδα του Δημοσίου που καλύπτονται από τον Κώδικα.

 Η Φορολογική Διοίκηση συμψηφίζει απαιτήσεις α­πό φόρους και λοιπά έσοδα του Δημοσίου που εμπί­πτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα και σε όλη την εν γένει φορολογική και τελωνειακή νομοθεσία, σύμφω­να με τις διατάξεις του Άρθρου 83 ΚΕΔΕ. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να συμψηφίζει κάθε άλλη απαίτηση σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδά­φιο.

(όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 15 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

3. Όπου στον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων γίνεται αναφορά στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ., στον Διευθυντή του Δημοσίου Ταμείου ή γενικότερα σε άλλο αρμόδιο όργανο νοείται στο εξής ο Γενικός Γραμματέας.

4. Αναγκαστική εκτέλεση δεν διενεργείται για οφειλές, η πληρωμή των οποίων τελεί σε νόμιμη ή δικαστική ή διοικητι­κή  αναστολή του Άρθρου 63 του Κώδικα και για όσο χρόνο αυτή διαρκεί. Αναγκα­στική εκτέλεση δεν διενεργείται επίσης για οφειλές που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών, εφόσον ο φορολογούμενος συμμορφώνεται με το πρό­γραμμα.

(Οι λέξεις προστέθηκαν στη παρ. 4 και όχι 3 που έλεγε ο νόμος με την παρ. 16 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

5. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να επιλέγει κατά προτεραιότητα τις προς επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υποθέσεις με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου ή εξαιρετικά και με βάση άλλα κριτήρια, τα οποία καθορίζονται από τον Γενικό Γραμματέα και δεν δημοσιοποιούνται. Ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να ζητά, εκ των υστέρων, στοιχεία από τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων σχετικά με τα κριτήρια του προηγούμενου εδαφίου.

Η παράγραφος 5  προστέθηκε με την περίπτωση 12α της υποπαραγράφου  Δ1 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του νόμου 4336/2015, και και  ισχύει από 18.8.2015

Άρθρο 49 Λήψη μέτρων σε περίπτωση υπόνοιας καταδολίευσης

1. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις που υπάρχουν πληρο­φορίες ή υπόνοιες ότι ο φορολογούμενος θα προβεί σε μεταβίβαση περιουσιακών του στοιχείων ή προβαίνει σε προπαρασκευαστικές ενέργειες για να εγκαταλείψει τη χώρα ή σε οποιαδήποτε άλλη ενέργεια που θέτει σε κίνδυνο την είσπραξη του φόρου, η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να λαμβάνει με βάση τον εκτελεστό τίτλο μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης ακόμη και πριν τη νόμιμη ημερομηνία καταβολής της οφειλής ή την κοινοποίηση της ατομικής ειδοποίησης ή την παρέλευση της τριακονθήμερης προθεσμίας που προβλέπεται για την καταβολή της οφειλής με τη σύμφωνη γνώμη του Οικονομικού Εισαγγελέα.

(Η διαγραφή των λέξεων έγινε  με την παρ. 17 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

2. Με τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην προ­ηγούμενη παράγραφο μπορεί επίσης να εγγράφεται υποθήκη.

3. Κατ' εξαίρεση, σε περίπτωση που ο φορολογούμε­νος μεταβιβάσει περιουσιακά στοιχεία του, η Φορολογι­κή Διοίκηση μπορεί να προβαίνει στην άσκηση αγωγής καταδολίευσης για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου, σύμφωνα με τα άρθρα 931κ.ε. του ΑΚ και για τη χρονική περίοδο μέχρι δύο (2) έτη από την ημε­ρομηνία της καταδολιευτικής ενέργειας. Στην περίπτω­ση αυτή η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να ζητήσει ως ασφαλιστικό μέτρο τη δικαστική μεσεγγύηση σύμφωνα με τα άρθρα 725 κ.ε. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος μεταβιβάσει περιουσιακά στοιχεία του η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβαίνει στην άσκηση αγωγής διάρρηξης για τη δια­σφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου, σύμφωνα με τα άρθρα 939 κ.ε. του ΑΚ.. Στην περίπτωση αυτή η Φορο­λογική Διοίκηση μπορεί να ζητήσει ως ασφαλιστικό μέ­τρο τη δικαστική μεσεγγύηση σύμφωνα με τα άρθρα 725 κ.ε. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

(Όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 18 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

ΕΝΟΤΗΤΑ 4 ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΑ ΕΥΘΥΝΗ

Άρθρο 50 Αλληλέγγυα ευθύνη

1. Τα πρόσωπα που είναι πρόεδροι, διευθυντές, διαχειριστές, διευθύνοντες σύμβουλοι, εντεταλμένοι στη διοίκηση και εκκαθαριστές των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων κατά το χρόνο της διάλυσης ή συγχώνευσής τους, ευθύνονται προσωπικά και αλληλέγγυα για την πληρωμή του φόρου τόκων και προστίμων που οφείλονται από αυτά τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες καθώς και του φόρου που παρακρατείται, ανεξάρτητα από το χρό­νο βεβαίωσής τους. Στα νομικά πρόσωπα που συγχω­νεύονται, ευθύνεται αλληλεγγύως μαζί με τα πιο πάνω πρόσωπα, για την πληρωμή των κατά το προηγούμενο εδάφιο οφειλόμενων φόρων του διαλυόμενου νομικού προσώπου και εκείνο που το απορρόφησε ή το νέο νομικό πρόσωπο που συστήθηκε ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους.

(Οι λέξεις προστέθηκαν με την παρ. 19 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

2. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για τους πα­ρακρατούμενους φόρους το ΦΠΑ και όλους τους επιρριπτόμενους φόρους  και κατά τη διάρκεια λειτουρ­γίας του νομικού προσώπου που εκπροσωπούν ως εξής:

(Οι λέξεις προστέθηκαν με την παρ. 20 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

α) Αν έχει γίνει η παρακράτηση φόρου, όλα τα πρό­σωπα που είχαν μία από τις ως άνω ιδιότητες από τη λήξη της προθεσμίας απόδοσης του φόρου και μετά.

β) Αν δεν έχει γίνει η παρακράτηση φόρου, όλα τα πρόσωπα, που είχαν μία από τις πιο πάνω ιδιότητες κατά το χρόνο που υπήρχε η υποχρέωση παρακράτη­σης του φόρου.

3. Αν κατά το χρόνο διάλυσης νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας δεν έχουν εξοφληθεί όλες οι φο­ρολογικές υποχρεώσεις του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, περιλαμβανόμενων των παρακρα­τούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, οι κατά το χρόνο διάλυσης αυτών μέτοχοι ή εταίροι κεφαλαι­ουχικών εταιρειών με ποσοστό συμμε­τοχής τουλάχιστον δέκα (10%) τοις εκατό  ευθύνονται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή τη νομική οντό­τητα για την καταβολή του οφειλόμενου φόρου, μέχρι του ποσού των αναληφθέντων κερδών ή απολήψεων σε μετρητά ή σε είδος λόγω της ιδιότητας του μετόχου ή εταίρου κατά τα τρία (3) τελευταία έτη προ της λύσης.

(Οι λέξεις προστέθηκαν με την παρ. 21 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

4. Ευθύνεται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή τη νομική οντότητα για την καταβολή του οφειλόμενου και μη εξοφληθέντος φόρου κατά τη λύση του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, και κάθε πρόσω­πο που υπήρξε μέτοχος ή εταίρος  κεφαλαιουχι­κών εταιρειών αυτού με ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%)κατά τα τρία (3) τελευταία έτη πριν τη λύση του μέχρι του ποσού των αναληφθέντων κερδών ή απολήψεων σε μετρητά ή σε είδος λόγω της ιδιότητας του μετόχου ή εταίρου και εφόσον η οφειλή αφορά την περίοδο, στην οποία το εν λόγω πρόσωπο ήταν μέτοχος ή εταίρος.

(Οι λέξεις προστέθηκαν με την παρ. 22 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

5. Οι νόμιμοι εκπρόσωποι των υπόχρεων σε ενιαίο φόρο ιδιοκτησίας ακινήτων νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, ο εκκαθαριστής ή προσωρινός διαχειριστής νομικού προσώπου, που έχει τεθεί σε εκκαθάριση ή βρίσκεται κάτω από αναγκαστική διαχείριση, ευθύνονται σε ολόκληρο, μαζί με τους υπόχρεους, για την πληρωμή των τόκων και προστίμων που οφείλονται σε δικές τους πράξεις ή παραλείψεις.
6. Οι τελευταίοι κύριοι ή ψιλοί κύριοι ή επικαρπωτές ή επιφανειούχοι των ακινήτων ευθύνονται σε ολόκληρο μαζί με τους υπόχρεους για την πληρωμή του ΕΝ.Φ.Ι.Α. που βαρύνει το δικαίωμα που απέκτησαν. Τα πρόσωπα αυτά έχουν δικαίωμα να προσφύγουν στη διαδικασία του Άρθρου  63 του παρόντος εντός εξήντα (60) ημερών από την κοινοποίηση με συστημένη επιστολή της οικείας πράξης της Φορολογικής Διοίκησης

7(5). Πρόσωπα ευθυνόμενα για την καταβολή φόρου εκ μέρους του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας σύμφωνα με το παρόν άρθρο δύνανται να ασκήσουν έναντι της Φορολογικής Διοίκησης, παράλληλα με το νομικό πρόσωπο ή τη νομική οντότητα, οποιοδήποτε δικαίωμα θα είχε στη διάθεσή του το νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα.

8(6). Οι παράγραφοι 3 και 4 δεν ισχύουν για νομικά πρό­σωπα και νομικές οντότητες εισηγμένες στο Χρηματι­στήριο Αξιών Αθηνών ή αναγνωρισμένο χρηματιστήριο σε άλλο κράτος - μέλος της Ε.Ε..

(Οι παράγραφοι 5 &  6 προστέθηκαν με την παρ.2 του άρθρου 9 του ν.4223/2013 και οι παλιές 5 & 6 αναριθμίστηκαν 7 & 8)

ΕΝΟΤΗΤΑ 5 ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΦΟΡΩΝ

Άρθρο 51 Παραγραφή είσπραξης φόρων

1. Το δικαίωμα του Δημοσίου για την είσπραξη των φόρων και λοιπών εσόδων του που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα παραγράφεται πέντε (5) έτη μετά την έκδοση του νόμιμου τίτλου εκτέλεσης. Η κοι­νοποίηση στον φορολογούμενο οποιασδήποτε πράξης αναγκαστικής εκτέλεσης διακόπτει την παραγραφή. Η μη εκκίνηση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης για την είσπραξη των φόρων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα εντός πέντε (5) ετών από την ημερομηνία κατά την οποία ο φορολογούμενος κατέστη υπερήμερος συνεπάγεται την πειθαρχική ευθύνη του αρμόδιου οργάνου της φορολογικής διοίκησης.

1. Το δικαίωμα του Δημοσίου για την είσπραξη των φόρων και λοιπών εσόδων του που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα παραγράφεται μετά την πάροδο πέντε (5) ετών από τη λήξη του έτους, εντός του οποίου αποκτήθηκε νόμιμος τίτλος εκτέλεσης. Η κοινοποίηση στον φορολογούμενο ατομικής ειδοποίησης και οποιασ­δήποτε πράξης αναγκαστικής εκτέλεσης διακόπτει την παραγραφή. Επιπροσθέτως, την παραγραφή διακόπτουν η αναγγελία προς επαλήθευση στην πτώχευση, προς κα­τάταξη στον υπάλληλο πλειστηριασμού, καθώς και στον εκκαθαριστή κληρονομιάς ή διαλυθέντος νομικού προ­σώπου ή στον ειδικό εκκαθαριστή επιχείρησης, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, καθώς και η εγγραφή προση­μείωσης ή υποθήκης επί οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου του φορολογούμενου. Επί αλληλεγγύως ευ­θυνόμενων, η διακοπή της παραγραφής ως προς έναν α­πό αυτούς ενεργεί και κατά των λοιπών. Η παραγραφή του παρόντος Άρθρου αναστέλλεται: α) Για όσο χρονικό διάστημα είχε χορηγηθεί ρύθμιση τμηματικής καταβολής ή η Φορολογική Διοίκηση δεν μπορούσε να εισπράξει το χρέος λόγω αναστολής εκτελέσεως από οποιαδήποτε αιτία. Στην περίπτωση αυτή η παραγραφή δεν συμπλη­ρώνεται πριν περάσει ένα έτος από τη λήξη της αναστο­λής. β) Κατά τη διάρκεια ανηλικότητας του φορολογού­μενου. γ) Κατά τη διάρκεια της δικαστικής αμφισβήτη­σης του εκτελεστού τίτλου της απαίτησης, ή της νομιμό­τητας της είσπραξης, ή του κύρους πράξης της εκτέλε­σης και μέχρι τη συμπλήρωση ενός έτους από την επίδο­ση στη Φορολογική Διοίκηση με δικαστικό επιμελητή α­μετάκλητης δικαστικής απόφασης.

Η μη εκκίνηση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλε­σης για την είσπραξη των φόρων που εμπίπτουν στο πε­δίο εφαρμογής του Κώδικα εντός πέντε (5) ετών από τη λήξη του έτους, εντός του οποίου ο φορολογούμενος κατέστη υπερήμερος, συνεπάγεται την πειθαρχική ευθύ­νη του αρμοδίου οργάνου της φορολογικής διοίκησης, ε­κτός εάν αιτιολογημένα κρίνεται από τον Γενικό Γραμμα­τέα, ότι η μη εκκίνηση της διαδικασίας αυτής είναι δικαι­ολογημένη.

(Οπως αντικαραστάθηκε με την παρ. 23 του άρθρου 47 του ν.4223/2013)

2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, κανένας νόμος περί παραγραφής δεν αποκλείει το δικαίωμα αναγκα­στικής εκτέλεσης για την είσπραξη από το Δημόσιο των μη καταβληθέντων φόρων ή άλλων εσόδων του Δημο­σίου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα.

Άρθρο 52 Αμοιβαία συνδρομή στην είσπραξη απαιτήσεων

από φόρους στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Για την αμοιβαία συνδρομή στην είσπραξη απαιτήσε­ων εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 295 έως 319 του ν. 4072/2012, με τον οποίο ενσωματώθηκε στην ελ­ληνική νομοθεσία η Οδηγία 2010/24/ΕΕ του Συμβουλίου.