Ν.2238 ·Αρθρο 12 Αυτοτελής φορολόγηση εισοδήματος από κινητές αξίες

1. Επιβάλλεται φόρος εισοδήματος στους τόκους, Οι οποίοι αποκτώνται από Φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ενώσεις προσώπων ή ομάδες περιουσίας, χωρίς να εξετάζεται η ιθαγένεια και α τόπος που διαμένουν ή κατοικούν ή έχουν την έδρα τους και προκύπτουν στην Ελλάδα από:
α) Οποιαδήποτε μορφή κατάθεσης, περιλαμβανομένων και των πιστοποιητικών καταθέσεων, σε τράπεζα ή ταμιευτήριο, που είναι στην Ελλάδα.
β) Οποιαδήποτε μορφή κατάθεσης στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.
γ) Ομόλογα ή άλλους έντοκους τίτλους, γενικώς, τραπεζών ή ασφαλιστικών επιχειρήσεων, ανεξάρτητα από το αν είναι διαπραγματεύσιμοι ή μη στο Χρηματιστήριο.
δ) Ομολογιακά δάνεια επιχειρήσεων, εφόσον έχουν τύχει των απαλλαγών του ν.δ. 3746/1957 (ΦΕΚ 173 Α·).

Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου θεωρούνται τόκοι καταθέσεων και τα εισοδήματα που προκύπτουν από πράξεις, όπως αυτές ορίζονται στις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 15 του ν. 3632/1928, που προστέθηκαν με το άρθρο 74 του ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α’), τα οποία λαμβάνουν οι δικαιούχοι Φυσικά ή νομικά πρόσωπα.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου.
2. Ο φόρος υπολογίζεται, με συντελεστή δέκα πέντε τοις εκατό (15%), στο ποσό των τόκων που προκύπτουν και παρακρατείται από τον οφειλέτη των τόκων κατά το χρόνο που γίνεται ο εκτοκισμός της κατάθεσης ή από εκείνον που καταβάλλει Τους τόκους, κατά την εξαργύρωοη των τοκομεριδίων.
Ειδικώς, για ομόλογα χωρίς κουπόνια (ΖΕΟ σΟυΡΟΝ) ο φόρος υπολογίζεται κατά την έκδοσή τους.
Με την παρακράτηση του φόρου εξαντλείται η φο-. ρολογική υποχρέωση των δικαιούχων για τα εισοδήματα αυτά.

3. Ο κατά τα ανωτέρω παρακρατούμενος φόρος αποτελεί έσοδο του οικονομικού έτους επί του οποίου υπολογίστηκαν σι τόκοι, βεβαιώνεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου του έτους αυτού και αποδίδεται με εφάπαξ καταβολή στο Δημόσιο, με
την υποβολή δήλωσης, από τον οφειλέτη των τόκων ή από εκείνον που εξαργύρωσε τα τοκομερίδια, στη δημόσια οικονομική υπηρεσία στην περιφέρεια της ο— ποίας αυτός έχει την έδρα του κεντρικού, μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από τα τέλος του μήνα που υπολογίστηκαν οι τόκοι.
Ειδικώς:
α) Ο φόρος που αναλογεί στα ομόλογα χωρίς κουπόνια αποδίδεται στο Δημόσιο μέσα σε ένα (1) μήνα από τη διάθεσή τους στους ενδιαφερομένους.
β) Τα πιστωτικά ιδρύματα, που υπολογίζουν τους τόκους εφάπαξ κατ έτος, υποχρεούνται στην υποβολή προσωρινής δήλωσης και στην απόδοση του αντίστοιχου φόρου μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από το τέλος του μήνα στον οποίο υπολογίστηκαν οι τόκοι. Η οριστική δήλωση υποβάλλεται μέσα σε Πέντε (5) μήνες από το τέλος του μήνα στον οποίο υπολογίστηκαν οι τόκοι μαζί με την τυχόν Θετική διαφορά φόρου. Στην περίπτωση αρνητικής διαφοράς ο φόρος επιστρέφεται στο πιστωτικό ίδρυμα ως αχρεωστήτως καταβληθείς.
4. Η δήλωση περιέχει τα στοιχεία του υποχρέου απόδοσης του φόρου, το συνολικό ποσό των τόκων, Το μήνα υπολογισμού των τόκων των καταθέσεων ή της εξαργύρωαης των τοκομεριδίων, καθώς και τα ποσό του φάρου που παρακρατήΘηκε και αποδίδεται στο Δημόσιο.
5. Οι διατάξεις των άρθρων 65, 66, 68, 70, 74, 75,
84, 85, 86, 87 και 88, καΘώς και της περίπτωσης α’ της παρ. Ι του άρΘρου 93, εφαρμόζονται αναλόγως, για τη διαδικασία υποβολής των δηλώσεων, ελέγχου αυτών και βεβαίωσης του φόρου που επιβάλλεται με αυτό το άρθρο.
6. Η κατά τα ανωτέρω επιβολή του φόρου δεν συνεπάγεται την άρση του απορρήτου των καταθέσεων στις τράπεζες, όπως αυτό ισχύει σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
7. Εξαιρούνται από τη φορολογία, που επιβάλλεται με αυτό το άρθρο, οι τόκοι που προκύπτουν από:
α) ·Εντοκους τίτλους, γενικώς, που εκδίδονται από το Ελληνικό Δημόσιο, την Ευρωπαική Τράπεζα Επενδύσεων, το Ειδικό Ταμείο Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων (Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ.) και τα κτηματικά ομόλογα του άρθρου 71 του ν. 1892/1990.
β) Οποιαδήποτε μορφή κατάθεσης σε τράπεζες που είναι στην Ελλάδα ή το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, εφόσον το ποσό αυτής είναι σε ξένο νόμισμα.
γ) Εκούσιες καταθέσεις όψεως ή ταμιευτηρίου στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, εφόσον το ποσό αυτών είναι σε ξένο νόμισμα.
δ) Καταθέσεις στεγαστικού ταμιευτηρίου, εφόσον το προιόν τους χρησιμοποιείται αποκλειστικώς για την εξασφάλιση στεγαστικών δανείων.
ε) Καταθέσεις σε δραχμές μετατρέψιμες σε συνάλλαγμα, στις οποίες όμως δεν περιλαμβάνονται οι τόκοι των καταθέσεων ή ομολόγων ή ομολογιακών δανείων με ρήτρα ξένου νομίσματος.
στ) Καταθέσεις τραπεζών σε άλλες τράπεζες, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι υποχρεωτικές ή μη καταθέσεις αυτών στην Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς και οι τόκοι οι προερχόμενοι από καταθέσεις του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και του Ταμείου Παρακαταθηκώνκαι Δανείων στην Τράπεζα της Ελλάδος.
ζ) Ομόλογα ή ομολογιακά δάνεια γενικά, που έχουν εκδοθεί ή έχουν συναφθεί μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 1990, καΘώς και σι τόκοι από ομολογιακά δάνεια σε συνάλλαγμα, που εκδίδονται από την Τράπεζα της Ελλάδος από την Ιη Ιανουαρίου 1991 και μετά.
η) Προθεσμιακές καταθέσεις, που έχουν συναφθεί μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1990 και για το χρονικό διάστημα μέχρι την πρώτη ανανέωσή τους μετά από αυτήν την ημερομηνία.
8) Ομόλογα, που εκδίδονται από τις ελληνικές τράπεζες επενδύσεων και αγοράζονται από Τράπεζες, που είναι νόμιμα εγκατεστημένες στην Ελλάδα, με την προυπόθεση ότι προέρχονται από ειδική έκδοση αποκλειστικά διαπραγματεύσιμη στη διατραπεζική αγορά.
ι) ·Εντοκους τίτλους, γενικώς, που εκδίδονται από τη Διεθνή Τράπεζα Ανασυγκροτήσεως και Αναπτύξεως, το Διεθνή Οργανισμό Χρηματοδοτήσεων και την Ευρωπαική Τράπεζα Ανασυγκροτήσεως και Αναπτύξεως.
ιο) Καταθέσεις σε δραχμές μη κατοίκων Ελλάδας.
ιβ) ·Εντοκους τίτλους που εκδίδονται από τους δήμους και τις κοινότητες. 


Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδα Webnode