Ν. 2859: ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ - ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 62 'Εκπτωση φόρων για αποθέματα εμπορεύσιμων αγαθών - Φ.Π.Α. επί εργολαβικών προσυμφώνων

 

1.  Ο υποκείμενος στο φόρο έχει δικαίωμα να εκπέσει τους φόρους, τα τέλη και τις εισφορές υπέρ του Δημοσί­ου ή τρίτων, με τους οποίους επιβαρύνθηκαν τα αποθέ­ματα εμπορεύσιμων αγαθών που κατέχει κατά την έναρ­ξη ισχύος του παρόντος νόμου.

Το προς έκπτωση ποσό των φόρων, τελών και εισφορών υπολογίζεται στην αξία των αποθεμάτων με βάση κατ' α­ποκοπή συντελεστές που θα καθοριστούν με νεότερο νό­μο:

α) για αγαθά του Παραρτήματος ΙΙ του παρόντος νόμου, β) για αγαθά του Παραρτήματος ΙΙΙ του παρόντος νόμου και όλα τα λοιπά αγαθά.

Στα έτοιμα και ημικατεργασμένα προϊόντα, καθώς και στις πρώτες και βοηθητικές ύλες των επιχειρήσεων που υ­πάγονταν στο φόρο κύκλου εργασιών του Α.Ν. 660/1937 (ΦΕΚ 159), οι συντελεστές μειώνονται κατά πενήντα στα εκατό (50%). Η ίδια μείωση ισχύει και για τα αποθέματα των βιομηχανικών, βιοτεχνικών και εμπορικών επιχειρή­σεων που λειτουργούν σε περιοχές στις οποίες δεν είχαν επεκταθεί οι διατάξεις του Α.Ν. 660/1937.

2.  Το προς έκπτωση ποσό δεν μπορεί σε καμιά περί­πτωση να υπερβεί τη συνολική επιβάρυνση από τους κα­ταργούμενους με τις διατάξεις του άρθρου 63 φόρους, τέλη και εισφορές υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων.

3.  Για την άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης που προ­βλέπεται από την πιο πάνω παράγραφο 1, οι υποκείμενοι στο φόρο οφείλουν:

α) εφόσον τηρούν μέσα στο έτος 1986 βιβλία τρίτης ή τετάρτης κατηγορίας του Κώδικα Φορολογικών Στοιχεί­ων, να κάνουν ποσοτική καταγραφή και αποτίμηση των α­ποθεμάτων εμπορεύσιμων αγαθών που υπάρχουν στις 31 Δεκεμβρίου 1986, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα αυτού.

Για τα πιο πάνω αποθέματα δεν παρέχεται δικαίωμα έκ­

πτωσης κατά το μέρος που η σχέση αποθεμάτων και ακα­θαρίστων εσόδων του έτους 1986 είναι μεγαλύτερη από τη μέση αυτή σχέση των τριών προηγούμενων ετών. Αν δεν υπάρχει απογραφή και για τα τρία προηγούμενα έτη, η σύγκριση γίνεται με όσες απογραφές υπάρχουν.

Τα πιο πάνω εφαρμόζονται αναλογικά και για τις επιχει­ρήσεις που έχουν διαχειριστική περίοδο διαφορετική από το ημερολογιακό έτος,

β) εφόσον τηρούν βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κώ­δικα Φορολογικών Στοιχείων, να κάνουν απογραφή, όπως και στην πιο πάνω περίπτωση α', στα τηρούμενα βιβλία ή σε καταστάσεις θεωρημένες από τον οικονομικό έφορο. Οι επιχειρήσεις αυτές, για τις ανάγκες μόνο του Φ.Π.Α. έ­χουν υποχρέωση να συντάσσουν την πιο πάνω ειδική α­πογραφή και στις αμέσως επόμενες τρεις διαχειρίσεις. Τα αποθέματα των τριών αυτών ειδικών απογραφών θα δηλωθούν με τις αντίστοιχες ετήσιες εκκαθαριστικές δη­λώσεις. Η παράλειψη σύνταξης της ειδικής απογραφής έ­στω και για μία από τις τρεις επόμενες διαχειρίσεις συνε­πάγεται τη μείωση του προς έκπτωση φόρου κατά πενή­ντα στα εκατό (50%). Οι πιο πάνω επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία δεύτερης κατηγορίας στον Κώδικα Φορο­λογικών Στοιχείων δύνανται αντί απογραφής να υποβά­λουν δήλωση στον αρμόδιο έφορο, στην οποία πρέπει να αναγράφουν χωριστά τις αγορές των εμπορεύσιμων αγα­θών του έτους 1986, τα οποία περιλαμβάνονται στο πα­ράρτημα 11 του παρόντος νόμου και χωριστά τις αγορές ό­λων μαζί των άλλων εμπορεύσιμων αγαθών. Το προς έκ­πτωση ποσό του φόρου στην περίπτωση αυτή θα υπολογίζεται στην αξία των αγορών με συντελεστή μηδέν τέσσερα στα εκατό (0,4%) για τα εμπορεύσιμα αγαθά του παραρτήματος ΙΙ και με συντελεστή μηδέν εννέα στα εκα­τό (0,9%) για όλα τα άλλα εμπορεύσιμα αγαθά, χωρίς τη μείωση της παραγράφου 1.

Από τον πιο πάνω τρόπο υπολογισμού του προς έκπτω­ση φόρου βάσει των αγορών, εξαιρούνται οι επιχειρήσεις που εργάζονται εποχιακά ή αγοράζουν αγροτικά προϊό­ντα, καθώς και οι επιχειρήσεις οι οποίες λόγω του αντικει­μένου των εργασιών τους δεν είναι δυνατόν να έχουν α­ποθέματα.

4.  Για την έκπτωση των φόρων υποβάλλεται δήλωση στον αρμόδιο οικονομικό έφορο μέσα σε τρεις (3) μήνες από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού, εφόσον προηγείται απογραφή και μέχρι τις 10 Φεβρουαρίου 1987, όταν ο προς έκπτωση φόρος υπολογίζεται με τον τεκμαρτό τρόπο βάσει αγορών, όπως ορίζεται από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.

Αν ο υποκείμενος στο φόρο δεν υποβάλει δήλωση μέσα στην πιο πάνω προθεσμία, στερείται το δικαίωμα για έκπτω­ση. Αν υποβάλει ανακριβή δήλωση, το προς έκπτωση ποσό των φόρων περιορίζεται κατά πενήντα στα εκατό (50%).

5.  Το προς έκπτωση ποσό συμψηφίζεται με το φόρο του παρόντος νόμου:

α) μέσα σε τρία (3) έτη από την έναρξη ισχύος του, όταν προηγείται απογραφή ή όταν ο προς έκπτωση φόρος υ­πολογίζεται με τον τεκμαρτό τρόπο βάσει των αγορών. Το προς έκπτωση ποσό φόρου δεν μπορεί να υπερβαίνει για κάθε φορολογική περίοδο το ήμισυ (50%) του προς από­δοση φόρου. Το ποσό που τυχόν δεν εκπέστηκε μεταφέ­ρεται για έκπτωση στην επόμενη φορολογική περίοδο με τους ίδιους περιορισμούς και στο τέλος της τριετίας εκ­πίπτεται ή επιστρέφεται εφάπαξ. Ο περιορισμός κατά 50% και η μεταφορά για έκπτωση στο τέλος της τριετίας

δεν ισχύει για τις επιχειρήσεις που ενερ- γούν απαλλασ­σόμενες πράξεις για τις οποίες παρέχεται δικαίωμα έκ­πτωσης.

β) μέσα στο έτος 1988, στην περίπτωση που ορίζεται α­πό τις διατάξεις της επόμενης παραγράφου 6.

6.  Κατ' εξαίρεση, οι επιχειρήσεις οι οποίες από την έ­ναρξη εφαρμογής του παρόντος νόμου τηρούν, υποχρε­ωτικά ή προαιρετικά, βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων και κατά το διαχειριστικό έτος 1986 τηρούσαν βιβλία πρώτης κατηγορίας ή δεν τη­ρούσαν καθόλου βιβλία, δικαιούνται την έκπτωση των φό­ρων, χωρίς υποχρέωση σύνταξης απογραφής.

Η έκπτωση παρέχεται μόνο εφόσον μέσα στο διαχειρι­στικό έτος 1987 οι πιο πάνω επιχειρήσεις πραγματοποίη­σαν ακαθάριστα έσοδα μεγαλύτερα από αυτά που ανα­λογούν στις αγορές του ιδίου έτους. Το προς έκπτωση ποσό υπολογίζεται στην αξία των αγορών που αντιστοιχεί στη διαφορά των ακαθάριστων εσόδων, με βάση τους συ­ντελεστές της παραγράφου 1.

7.  Δεν έχουν δικαίωμα για έκπτωση των φόρων και δεν έχουν υποχρέωση για σύνταξη απογραφής :

α) οι επιχειρήσεις του άρθρου 39 , με εξαίρεση αυτές που στο διαχειριστικό έτος 1986 τηρούσαν βιβλία τρίτης ή τέ­ταρτης κατηγορίας του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων,

β) οι αγρότες που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς φο­ρολογίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41,

γ) οι ασχολούμενοι με δραστηριότητες που απαλλάσ­σονται από το φόρο για τις οποίες δεν παρέχεται δικαίω­μα έκπτωσης, καθώς και οι ασχολούμενοι με την παροχή υπηρεσιών,

δ) οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εισαγωγή και μεταπώληση καπνοβιομηχανικών προϊόντων ή καπνού σε φύλλα, καθώς και οι καπνοβιομηχανίες για τα αποθέματα καπνοβιομηχανικών προϊόντων για τα οποία μέχρι 31 Δε­κεμβρίου 1986, αγοράστηκαν ένσημες ταινίες φορολο­γίας καπνού,

ε) οι ασχολούμενοι με την παράδοση ακινήτων που υ­πάγονται στο φόρο του παρόντος νόμου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 και,

στ) κάθε υποκείμενος στο φόρο για αποθέματα πετρε­λαιοειδών.

8.  Στο φόρο προστιθέμενης αξίας υπάγονται και τα ερ­γολαβικά προσύμφωνα ανέγερσης οικοδομών με το σύ­στημα της αντιπαροχής, τα οποία συντάχθηκαν μετά την 21.8.1986 και η σχετική άδεια εκδίδεται μετά την 1η Ια­νουαρίου 2002.

Ο φόρος αυτός καταβάλλεται πριν από την έκδοση της οικοδομικής άδειας.

Στην πιο πάνω περίπτωση παρέχεται στον υποκείμενο στο φόρο το δικαίωμα να εκπέσει το τέλος χαρτοσήμου που καταβλήθηκε κατά τη σύνταξη του εργολαβικού προ­συμφώνου, από το φόρο που αναλογεί στην αξία των κτι­σμάτων της αντιπαροχής, όπως αυτή προσδιορίζεται από τις διατάξεις της περίπτωσης δ'της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του παρόντος.

9.  Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ορίζεται η διαδικασία έκπτωσης και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.


Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδα Webnode