Ν. 2873: Άρθρο 11 Ρυθμίσεις ληξιπρόθεσμων οφειλών

 

1.  Οφειλές προς το Δημόσιο από δάνεια που χορηγή­θηκαν από την Εθνική Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος (Ε.Κ.Τ.Ε.), με βάση τις διατάξεις του ν.δ. 1138/1972 (ΦΕΚ 63 Α ) και ν. 1641/1986 (ΦΕΚ 122 Α ), εκχωρήθη­καν στο Δημόσιο κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρ­θρων 21 του ν. 2198/1994 (ΦΕΚ 43 Α') και 32 του ν. 2224/1994 (ΦΕΚ 112 Α ) και βεβαιώθηκαν στις Δ.Ο.Υ. μέ­χρι και 31.8.2000, ως δημόσια έσοδα, στους Κ.Α.Ε. 3917 και 3918, καταβάλλονται εφάπαξ, με παροχή έκπτωσης επ' αυτών κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%), μέ­χρι και την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρε­σίες ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, χωρίς τις αναλογούσες, κατά Κ.Ε.Δ.Ε., προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.

Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζο­νται αναλόγως και για ληξιπρόθεσμα χρέη προερχόμενα από στεγαστικά δάνεια που έχουν χορηγηθεί σε αγρό­τες από οποιαδήποτε τράπεζα με την εγγύηση του Ελλη­νικού Δημοσίου και είναι βεβαιωμένα σπς Δημόσιες Οι­κονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) μέχρι τις 30 Νοεμβρίου 2000 και παραμένουν ανεξόφλητα σε αυτές.

2.  Στο άρθρο 30 του ν. 2789/2000 προστίθεται νέα πα­ράγραφος 12, που έχει ως εξής:

«12. Οι απαιτήσεις οι οποίες είναι βεβαιωμένες στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) υπέρ της Ε.Τ.Ε. (πρώην Ε.Κ.Τ.Ε.) του ν.δ. 1138/1972 (ΦΕΚ 63 Α ) διαγράφονται οίκοθεν με πράξη του Προϊσταμένου της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) στην οποία είναι βεβαιωμένες.»

3.  Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 14 του άρθρου 9 του ν. 2386/1996 (ΦΕΚ 43 Α ) αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι προσφυγές κατά αποφάσεων επιβολής προστίμων για ακάλυπτες επιταγές, του άρθρου 5 του α.ν. 1819/1951 (ΦΕΚ 51 Α ), απαλλαγής από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974, διαγραφής χρεών προς το Δημόσιο, του άρ­θρου 82 του ν.δ. 356/1974 και χορήγησης έκπτωσης λό­γω εφάπαξ πληρωμής της οφειλής, του δεύτερου εδαφί­ου της περίπτωσης β' της παραγράφου 4 του άρθρου 23 του ν. 2648/1998 (ΦΕΚ 238 Α ), εξετάζονται από Επι­τροπή που αποτελείται από:

α. Εναν (1) Αντιπρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή έναν (1) Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή του Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, που ορίζονται από την Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

β. Τον Γενικό Διευθυντή Φορολογίας ή το Γενικό Διε­υθυντή Φορολογικών Ελέγχων.

γ. Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημο­σίων Εσόδων.

δ. Τον Προϊστάμενο μιας Δ.Ο.Υ. της Περιφέρειας Αττι­κής.

ε. Τον Τμηματάρχη ενός τμήματος της Διεύθυνσης Εί­σπραξης Δημοσίων Εσόδων.»

4.  Η παράγραφος 1 του άρθρου 15 του ν. 2648/1998 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Η Γνωμοδοτική Επιτροπή Παροχής Διευκολύνσεων συγκροτείται από: α. Εναν (1) Αντιπρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του

Κράτους ή έναν (1) Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή του Νομικό Σύμβουλο του Κράτους που ορίζονται από την Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

β. Τον Γενικό Διευθυντή Φορολογίας ή τον Γενικό Διευ­θυντή Φορολογικών Ελέγχων, με αναπληρωτή του έναν από τους Προϊσταμένους των Διευθύνσεων που συγκρο­τούν τις ανωτέρω Γενικές Διευθύνσεις, ως μέλος.

γ. Τον Γενικό Διευθυντή Τελωνείων, με αναπληρωτή του τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Τελωνειακών Διαδι­κασιών, ως μέλος.

δ. Τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσί­ων Εσόδων με το νόμιμο αναπληρωτή του, ως μέλος.

ε. Εναν εκπρόσωπο των εργαζομένων στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) με τον αναπληρωτή του, ως μέλος, που προτείνεται από την Πανελλήνια Ομο­σπονδία Εργαζομένων στις Δ.Ο.Υ..

στ. Έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων στα Τελωνεία με τον αναπληρωτή του, ως μέλος, που προτείνεται από την Ομοσπονδία Τελωνειακών Υπαλλήλων Ελλάδας.

ζ. Έναν εκπρόσωπο του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας, ο οποίος ορίζεται από την κεντρική διοίκη­ση αυτού.

Τα μέλη που αναφέρονται στις περιπτώσεις β', γ', ε' και στ' συμμετέχουν κατά περίπτωση στις συνεδριάσεις της Επιτροπής, εφόσον σε αυτή συζητούνται θέματα που αφορούν τις Δ.Ο.Υ. ή τα Τελωνεία αντίστοιχα.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημο­σιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζονται τα πρόσωπα που μετέχουν στην Επιτροπή, οι νόμιμοι αναπληρωτές τους, δύο (2) εισηγητές με τους αναπλη­ρωτές τους από τους Προϊσταμένους Τμημάτων της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, χωρίς δικαί­ωμα ψήφου, καθώς και ο Γραμματέας αυτής με τον ανα­πληρωτή του. Με όμοια απόφαση ορίζεται η έδρα της Επιτροπής, ο αριθμός των συνεδριάσεων ανά μήνα, κα­θώς και η αμοιβή του Προέδρου, των μελών, των εισηγη­τών και του γραμματέα αυτής.»

5. Οφειλέτες που υπέβαλαν εμπρόθεσμη αίτηση για τη ρύθμιση των χρεών τους σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του ν. 2648/1998, εφόσον κατέβαλαν εμπρόθεσμα τουλάχιστον την πρώτη από τις δόσεις αυτής της ρύθμισης και στη συνέχεια απώλεσαν το ευεργέτημα αυτής, δύνανται να υπαχθούν εκ νέου σε αυτήν, αφού καταβάλουν εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση αυτού του νόμου τα ποσά των οφειλόμενων δόσεων με τις αναλογούσες σε αυτές προσαυξήσεις εκ­πρόθεσμης καταβολής, οι οποίες υπολογίζονται με πο­σοστό δύο τοις εκατό (2%) μηνιαίως στο ποσό κάθε δό­σης. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 36 του ν. 2648/1998.

Οφειλέτες της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του ν. 2648/1998 που δεν ρύθμισαν τα χρέη τους σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, δύνανται να υπαχθούν σε αυτή με την υποβολή εκ μέρους τους σχετικής αίτησης στην αρ­μόδια Δ.Ο.Υ. ή στο αρμόδιο Τελωνείο εντός δύο (2) μη­νών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και ταυτό­χρονα να καταβάλουν όλες τις προηγούμενες δόσεις με ποσοστό προσαύξησης δύο τοις εκατό (2%) κατά μήνα. Πα τις υπόλοιπες οφειλόμενες δόσεις παρέχεται η προ­βλεπόμενη έκπτωση των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής όλων των δόσεων εντός της ανωτέρω προθεσμίας. Κατά τα λοιπά ισχύουν όλες οι σχετικές διατάξεις του ανωτέρω άρ­θρου.

6. Χρέη προς το Δημόσιο, τα οποία έχουν βεβαιωθεί στις Δ.Ο.Υ. και προέρχονται από φόρο εισοδήματος, πα­ρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους, καθώς και από δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσί­ου, τα οποία έγιναν ληξιπρόθεσμα κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, μέχρι και 29.9.2000 και οφείλονται από επιτηδευματίες ή επιχειρή­σεις της πόλης της Αθήνας που υπέστησαν υλικές ζημιές από πράξεις βίας ομάδων αναρχικών ατόμων που συνέ­βησαν στην ίδια πόλη το διάστημα 18.11.1985 έως 31.8.1999, ρυθμίζονται και καταβάλλονται σε τριάντα έξι (36) ίσες μηνιαίες δόσεις, χωρίς τις προσαυξήσεις εκ­πρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σε αυτά κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε.,

Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή είναι η κατάθεση από τον ενδιαφερόμενο αίτησης στη Δημό­σια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.), που είναι βεβαιωμέ­νες οι οφειλές του, μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, με συνημμένη βεβαίωση της Αστυνομικής ή Πυ­ροσβεστικής Αρχής, ότι έχει υποστεί ζημιές λόγω των γεγονότων που έλαβαν χώρα στην πόλη της Αθήνας, το διάστημα 18.11.1985 έως 31.8.1999, καθώς και η κατα­βολή της πρώτης δόσης εντός της αυτής ημερομηνίας.

Το ποσό κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών.

Από τη ρύθμιση αυτή εξαιρούνται χρέη για τα οποία έχει γίνει πτωχευτικός ή εξωπτωχευτικός συμβιβασμός.

Στη ρύθμιση άυτή δύνανται να υπαχθούν και χρέη τα οποία ρυθμίστηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 38 του ν. 2648/1998 εφόσον οι οφειλέτες αυτών υποβάλουν σχετική αίτηση στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπη­ρεσία (Δ.Ο.Υ.) εντός της προθεσμίας που ορίζεται από το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου αυτής.

Η καθυστέρηση καταβολής δύο (2) συνεχών μηνιαίων δόσεων έχει ως συνέπεια την απώλεια του ευεργετήμα­τος της ρύθμισης και την είσπραξη του υπόλοιπου ποσού της οφειλής, επιβαρυνόμενου με τις προσαυξήσεις εκ­πρόθεσμης καταβολής με βάση τα στοιχεία της βεβαίω­σης. Αν ο οφειλέτης καθυστερήσει την καταβολή οποιασδήποτε δόσης, το ποσό αυτής επιβαρύνεται μη­νιαίως με την προσαύξηση που ορίζεται κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε.,

Κατά τα λοιπά ισχύουν ανάλογα οι διατάξεις των πα­ραγράφων 6 έως και 9 του άρθρου 36 του ν. 2648/1998,