Ν. 2873: Άρθρο 15 Ρυθμίσεις δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων

 

1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 35 του ν. 1676/1986

(ΦΕΚ 204 Α ) αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Στο κατά την προηγούμενη παράγραφο αναφερό­μενο ποσό, αφαιρουμένου εκείνου των εισαγωγικών δα­σμών, επιβάλλονται οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης κα­ταβολής που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρ­θρου 6 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.), όπως ισχύουν.»

2.  Ποσά προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που έχουν υπολογιστεί με τις διατάξεις του άρθρου 35 του ν. 1676/1986, πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου, περιορίζονται μέχρι του ορίου του 300% του χρέους που οφείλεται.

Τα βεβαιωμένα χρέη, που προέρχονται από την ανωτέ­ρω αιτία και κατέστησαν ληξιπρόθεσμα προ της ισχύος του παρόντος άρθρου, όπως αυτά διαμορφώνονται μετά την εφαρμογή του (κύρια οφειλή και προσαυξήσεις έως 300%), ρυθμίζονται ύστερα από αίτηση του οφειλέτη και καταβάλλονται σε τριάντα έξι (36) κατ' ανώτατο όριο ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 100.000 δραχμών.

Η σχετική αίτηση για τη ρύθμιση των ως άνω χρεών, που υφίστανται κατά την ημερομηνία υποβολής της, πρέπει να κατατεθεί στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με την καταβολή συγχρόνως της πρώτης δόσης των υπόλοιπων δόσεων καταβαλλομένων μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα των αντίστοιχων μηνών που ακολουθούν.

Η εφάπαξ καταβολή ολόκληρου του οφειλόμενου πο­σού μέχρι της ημερομηνίας καταβολής της δεύτερης δό­σης, συνεπάγεται πρόσθετη έκπτωση κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) του ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, όπως αυτές διαμορφώθηκαν με τον περιορισμό τους στο 300%.

Η καθυστέρηση καταβολής τριών (3) συνεχών μηνιαί­ων δόσεων έχει ως συνέπεια την απώλεια του ευεργετή­ματος της ρύθμισης και την είσπραξη του υπόλοιπου πο­σού της οφειλής, επιβαρυνομένου με τις αναλογούσες κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.

Σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής μιας οποιασ­δήποτε μηνιαίας δόσης ο οφειλέτης επιβαρύνεται με τις αναλογούσες κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις.

Εφόσον ο οφειλέτης είναι συνεπής στη ρύθμιση δεν λαμβάνονται τα προβλεπόμενα από τις ισχύουσες διατά­ξεις αναγκαστικά μέτρα για την είσπραξη των οφειλόμε­νων ποσών ή τυχόν ληφθέντα αναστέλλονται.

Η αναστολή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί σχετικές πα­ραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμ­βάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν συμψηφίζονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί.

Στην περίπτωση που ο οφειλέτης απωλέσει το δικαίω­μα της ρύθμισης αυτής, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται κανονικά. Η υπαγωγή του οφειλέτη στη ρύθμιση δεν εμποδίζει, προς διασφάλιση της οφειλής, την επιβολή κατάσχεσης ή τη λήψη ασφαλιστικών μέ­τρων είσπραξης.

Από την ανωτέρω ρύθμιση εξαιρούνται τα χρέη που έχουν υπαχθεί σε πτωχευτικούς ή εξωπτωχευτικούς συμβιβασμούς που δεν έχουν ανατραπεί.

3.  Ποσά που έχουν καταβληθεί στα πλαίσια εφαρμο­γής των διατάξεων του άρθρου 35 του ν. 1676/1986 δεν αναζητούνται.

4. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 2 της αριθμ. Δ. 697/35/20.3.1990 Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 190 Β ), που κυρώθηκε με το ν. 1884/ 1990 (ΦΕΚ 81 Α'), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 9 του ν. 1906/1990 (ΦΕΚ 157 Α'), αντικαθί­σταται ως εξής:

«Το παραπάνω πρόστιμο δεν επιβάλλεται, εφόσον η οδήγηση του αυτοκινήτου γίνεται μέσα στα όρια του νο- μού'της μόνιμης κατοικίας του αναπήρου. Εφόσον γίνε­ται εκτός των ορίων του νομού, πρέπει να αποδεικνύεται ότι οφείλεται σε εξαιρετικές ή επείγουσες περιστάσεις ή έγινε αποκλειστικά και μόνο για λόγους εξυπηρέτησης των άμεσων αναγκών του αναπήρου.»


Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδα Webnode