Ν. 2873: Άρθρο 16 Αξία και τρόπος φορολογίας ψιλής κυριότητας

 

1.  Η ψιλή κυριότητα ακινήτων υποβάλλεται σε φόρο κα­τά το χρόνο της συνένωσης με αυτήν της επικαρπίας και ο φόρος υπολογίζεται επί της αξίας της πλήρους κυριό­τητας, κατά το χρόνο αυτόν, με την επιφύλαξη της εφαρ­μογής των διατάξεων της περίπτωσης ε' της παραγρά­φου 5. Τυχόν βελτιώσεις που έγιναν, για τις οποίες δημι­ουργείται υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης από τον ψιλό κύριο, δεν υπολογίζονται κατά τον καθορισμό της α­ξίας της πλήρους κυριότητας.

2.  Αν η ψιλή κυριότητα ακινήτων μεταβιβασθεί και πάλι λόγω κληρονομίας ή κληροδοσίας, δωρεάς, γονικής πα­ροχής και προίκας πριν από την επάνοδο σε αυτήν της ε­πικαρπίας, δεν οφείλεται φόρος για τη μεταβίβαση αυτή. Κατά τη συνένωση της επικαρπίας στην κυριότητα ο τότε ψιλός κύριος υπόκειται στο φόρο της κτήσης αιτία θανά­του, ο οποίος υπολογίζεται στην αξία της πλήρους κυριό­τητας κατά το χρόνο αυτόν και με βάση τη συγγενική του σχέση με τον αρχικά κληρονομηθέντα κατά το διαχωρι­σμό της επικαρπίας από την ψιλή κυριότητα. Στην περί­πτωση όμως, που με βάση τη συγγενική αυτού σχέση με αυτόν από τον οποίο περιήλθε η επικαρπία, αναλογεί με­γαλύτερος φόρος, τότε οφείλεται ο μεγαλύτερος αυτός φόρος. Τυχόν βελτιώσεις που έγιναν, δεν υπολογίζονται κατά τον καθορισμό της αξίας της πλήρους κυριότητας.

3.  Σε περίπτωση διανομής ακινήτων που αποκτήθηκαν αιτία θανάτου, επί των οποίων έχει διαχωριστεί από τον κληρονομούμενο η επικαρπία από την κυριότητα και δεν έχει φορολογηθεί η ψιλή κυριότητα, κατ' εφαρμογή της

περίπτωσης ε' της παραγράφου 5, εφόσον διατηρούνται στα ακίνητα που προέρχονται από τη διανομή τα ίδια δι­καιώματα επικαρπωτή και ψιλού κυρίου, εξακολουθεί να αναβάλλεται η φορολογία μέχρι να επανέλθει η επικαρπία στην κυριότητα, με περαιτέρω εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2.

Τα αυτά ισχύουν και σε ανταλλαγή οποιουδήποτε περι­ουσιακού στοιχείου που αποκτήθηκε αιτία θανάτου, στο ο­ποίο έχει διαχωρισθεί από τον κληρονομούμενο η επικαρ­πία από την κυριότητα και δεν έχει φορολογηθεί η ψιλή κυ­ριότητα, εφόσον στο εισερχόμενο νέο στοιχείο στη θέση του ανταλλασσόμενου κληρονομιαίου στοιχείου διατη­ρούνται τα ίδια δικαιώματα επικαρπωτή και ψιλού κυρίου.

4.  Σε περίπτωση παραχώρησης ακινήτου με αντιπαρο­χή, που έχει αποκτηθεί αιτία θανάτου, επί του οποίου έχει διαχωρισθεί από τον κληρονομούμενο η επικαρπία από την κυριότητα και δεν έχει φορολογηθεί η ψιλή κυριότη­τα, με την επιφύλαξη της εφαρμογής της περίπτωσης ια' του άρθρου 7, διατηρούνται δε τα ίδια δικαιώματα επι­καρπωτή και ψιλού κυρίου στα κτίσματα που έχουν ανε­γερθεί, τα οποία αναλογούν στα ποσοστά οικοπέδου που παρακρατήθηκαν από τους κληρονόμους, εξακολουθεί να αναβάλλεται η φορολογία μέχρι την επάνοδο της επι­καρπίας στην κυριότητα. Σε αυτή την περίπτωση ο τότε κύριος θα υπαχθεί σε φόρο αιτία θανάτου, που υπολογί­ζεται στην κατά το χρόνο αυτόν αξία της πλήρους κυριό­τητας των ποσοστών οικοπέδου, που παρακρατήθηκαν, με τα νέα κτίσματα που τους αναλογούν. Κατά τη διενέρ­γεια πράξεων συνένωσης του ακινήτου με όμορα οικόπε­δα για ανοικοδόμηση καθώς και μεταβιβάσεων των ποσο­στών που συμφωνήθηκαν στον εργολάβο ή σε αυτούς που υποδεικνύονται από αυτόν, δεν οφείλεται φόρος κλη- ρονομίας.

5.  H ψιλή κυριότητα ακινήτων υπόκειται σε φόρο στις ε­ξής περιπτώσεις:

α) Όταν ο κληρονόμος, στον οποίο περιέρχεται η ψιλή κυριότητα, έχει ήδη την επικαρπία με ιδιαίτερο τίτλο.

β) Όταν περιέλθει σε άλλο κληρονόμο ή κληροδόχο, κα­τόπιν αποποίησης της κληρονομίας ή κληροδοσίας από ε­κείνον που έχει με ιδιαίτερο τίτλο την επικαρπία.

γ) Όταν μεταβιβασθεί από τον ψιλό κύριο με αντάλλαγ­μα. Ως μεταβίβαση με αντάλλαγμα νοείται και η διανομή της ψιλής κυριότητας, με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4.

δ) Όταν ο ψιλός κύριος εξαγοράσει την ενάσκηση του δικαιώματος της επικαρπίας.

ε) Όταν ο ψιλός κύριος, με δήλωση που θα υποβάλει στον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υ­πηρεσίας οποτεδήποτε, ζητήσει την άμεση φορολόγηση της ψιλής κυριότητας. Στην περίπτωση αυτή χρόνος φο­ρολογίας είναι ο χρόνος υποβολής της δήλωσης.

Ο φόρος στις πιο πάνω περιπτώσεις υπολογίζεται στην αξία της ψιλής κυριότητας, η οποία βρίσκεται με την α­φαίρεση της κατά το χρόνο της γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης αξίας της επικαρπίας από την αξία της πλή­ρους κυριότητας κατά το χρόνο αυτόν.

6.  Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων, ε­φαρμόζονται και όταν τα αντικείμενα της αιτία θανάτου κτήσης είναι μετοχές, ομολογίες ή άλλοι τίτλοι κινητών α­ξιών, χρηματικά ποσά ή απαιτήσεις και γενικά κινητά με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) Προκειμένου για μετοχές, ομολογίες ή γενικά τίτ­λους κινητών αξιών καθώς και χρηματικά ποσά, αν αυτά είναι κατατεθειμένα σε τράπεζα ή άλλο πιστωτικό ίδρυμα με την επιφύλαξη του δικαιώματος επικαρπίας.

β) Προκειμένου για απαιτήσεις, αν δοθεί για αυτές α­σφάλεια, η οποία πρέπει να είναι, κατά την κρίση του προϊ­σταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, ίση του­λάχιστον με το ποσό του φόρου που αναλογεί στην αξία της πλήρους κυριότητας αυτών.

Ο ψιλός κύριος υποχρεώνεται μέσα στη νόμιμη προθε­σμία για δήλωση να καταθέσει τους τίτλους ή τα χρήματα ή να δώσει ασφάλεια για τις απαιτήσεις και να δηλώσει αυτό στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπη­ρεσίας μέσα στην αυτή προθεσμία, η οποία, αν παρέλθει άπρακτη, λογίζεται ως ανατρεπτική της αναβολής της γέ­νεσης της φορολογικής υποχρέωσης.