Ν. 2873: Άρθρο 38 Ρυθμίσεις θεμάτων λογιστών - φοροτεχνικών

 

1.  Στις περιπτώσεις των παραγράφων 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 13 του ν. 2771/1999 (ΦΕΚ 280 Α') για την από­κτηση της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος λογιστή φο­ροτεχνικού λαμβάνεται υπόψη και η προϋπηρεσία που έχει αποκτηθεί και στο Δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα.

2.  Οι επιτηδευματίες, καθώς και οι κοινοπραξίες ή κοι­νωνίες επιτηδευματιών, κατά τις διατάξεις των παραγρά­φων 1 και 2 του άρθρου 2 του π.δ. 186/1992, οι οποίοι: α) τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ. Β.Σ. ή β) τηρούν βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. και κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο έχουν πραγματο­ποιήσει ακαθάριστα έσοδα: αα) πάνω από εκατό εκατομ­μύρια (100.000.000) δραχμές, αν πρόκειται για εμπορική ή μικτή επιχείρηση, ββ) πάνω από πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) δραχμές, αν πρόκειται για επιτηδευματία που ασκεί εμπορική επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ή ελευθέριο επάγγελμα, υποβάλλουν τις κάθε είδους δη­λώσεις φορολογίας εισοδήματος και φόρου προστιθέμε­νης αξίας (Φ.Π.Α.), αρχικές, συμπληρωματικές, τροπο­ποιητικές, περιοδικές και εκκαθαριστικές, αφού προη­γουμένως έχουν υπογραφεί και από λογιστή φοροτεχνι­κό, κάτοχο της σχετικής άδειας ασκήσεως επαγγέλμα­τος.

3.  Ο λογιστής φοροτεχνικός είναι υπεύθυνος για την ακρίβεια των δηλώσεων ως προς τη συμφωνία αυτών με τα φορολογικά και οικονομικά δεδομένα που προκύ­πτουν από τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία.

4.  Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ορίζο­νται ο χρόνος έναρξης της υπογραφής των δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό, οι κατηγορίες των υπόχρεων, η ακριβής εξειδίκευση των δηλώσεων φορολογίας εισο­δήματος, Φ.Π.Α. και των συνυποβαλλόμενων εντύπων και καταστάσεων, ο τρόπος υποβολής αυτών, τα απαι­τούμενα στοιχεία του υπογράφοντος λογιστή φοροτε­χνικού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με τις ίδιες αποφάσεις, για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2, δύνανται να αυξομειώνονται τα πο­σά των ακαθαρίστων εσόδων που αναφέρονται σε αυ­τήν.

5.  Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του άρ­θρου αυτού και των υπουργικών αποφάσεων που θα εκ­δοθούν κατ' εξουσιοδότηση του παρόντος προβλέπονται οι ακόλουθες κυρώσεις:

α) Για τους υπόχρεους επιτηδευματίες αυτοτελές πρό­στιμο, κατά τις διατάξεις )jou πρώτου εδαφίου του άρ­θρου 4 του ν. 2523/1997.

Αν ο υπόχρεος κατά του οποίου έχει εκδοθεί πράξη επιβολής προστίμου, μετά την κοινοποίηση αυτής, υπο­πέσει πάλι σε όμοια παράβαση, κατά την ίδια χρήση, το προβλεπόμενο πρόστιμο μπορεί να ανέλθει μέχρι το δι­πλάσιο του ανώτατου ορίου.

β) Για τους υπεύθυνους σύνταξης των δηλώσεων επι­βάλλεται πρόστιμο . ^τάξεων του πρώτου εδαφίου του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 μέχρι το διπλάσιο του ανώτατου ορίου, αν οι δηλώσεις είναι ανακριβείς σε σχέ­ση με τα προκύπτοντα από τα βιβλία και στοιχεία δεδο­μένα και ο υπόχρεος επιτηδευματίας, συνεπεία αυτής

της ανακρίβειας, δεν απέδωσε ή απέδωσε ανακριβώς φόρο ή έλαβε επιστροφή ποσού πάνω από πέντε τοις εκατό (5%) του προκύπτοντος φόρου, ο οποίος υπερβαί­νει σε κάθε περίπτωση το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών.

Το πρόστιμο αυτό είναι αυτοτελές ανά δήλωση.

6.  Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α ) προστίθενται τρία νέα εδάφια ως εξής:

«Επίσης οι εταιρείες της προηγούμενης παραγράφου, που ο ετήσιος κύκλος εργασιών τους υπερβαίνει το πο­σό των τριών (3) δισεκατομμυρίων δραχμών, υποχρεού­νται να υπολογίζουν εσωλογιστικά, σε μηνιαία ή τριμη­νιαία βάση, το λειτουργικό κόστος, το κόστος παραγω­γής και τα αναλυτικά αποτελέσματα.

Οι εταιρείες οι οποίες δεν υποχρεούνται με τις διατά­ξεις του άρθρου 8 του Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/1992) στην τήρη­ση βιβλίου αποθήκης, είτε με αποφάσεις της Επιτροπής Λογιστικών Βιβλίων (άρθρο 37 Κ.Β.Σ.) έχει δοθεί πλήρης ή μερική απαλλαγή από την τήρηση του βιβλίου αποθή­κης κατά την εξαγωγή, καθώς και οι εταιρείες των οποί­ων ο ετήσιος κύκλος εργασιών τους δεν υπερβαίνει τα τρία (3) δισεκατομμύρια δραχμές, απαλλάσσονται από την ενημέρωση των λογαριασμών της αναλυτικής λογι­στικής σε μηνιαία ή τριμηνιαία βάση και υπολογίζουν εσωλογιστικά το κόστος (λειτουργικό και παραγωγής) και τα αναλυτικά αποτελέσματα μόνο στο τέλος της ΧΡήσης.

Ειδικές διατάξεις της χρηματιστηριακής νομοθεσίας, που επιβάλλουν πρόσθετες υποχρεώσεις σπς εταιρείες των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματι­στήριο Αξιών, κατισχύουν των διατάξεων των δύο προη­γούμενων εδαφίων. Οι επιχειρήσεις αυτές, εφόσον δεν τηρούν βιβλίο αποθήκης κατά την εξαγωγή, θα υπολογί­ζουν εσωλογιστικά το κόστος και τα αναλυτικά αποτελέ­σματα με διενέργεια τριμηνιαίων απογραφών.»

7.  Η ισχύς των διατάξεων της προηγούμενης παρα­γράφου αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 2001.