Ν. 2873: Άρθρο 8 Φορολογική διαδικασία

 

1.  Στην παράγραφο 7 του άρθρου 4 του Κώδικα Φορο­λογίας Εισοδήματος προστίθεται τελευταίο εδάφιο που έχει ως εξής:

«Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζε­ται η διαδικασία, ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλω­σης εκχώρησης εισοδημάτων στο Δημόσιο, τα δικαιολο­γητικά που συνυποβάλλονται με αυτήν, η διαδικασία βε­βαίωσης των ποσών των εισοδημάτων που εκχωρούνται στο Δημόσιο, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που εί­ναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της παραγράφου.»

2.  Η περίπτωση στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 62 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:

«στ) Στην περίπτωση γ' της παραγράφου 3 του προη­γούμενου άρθρου, η προθεσμία υποβολής της δήλωσης παρατείνεται για περίοδο δύο (2) μηνών μετά τη λήξη της προθεσμίας για την αποποίηση της κληρονομιάς, εφόσον η λήξη αυτής της προθεσμίας συμπίπτει με ημε­ρομηνία πριν από την παρέλευση έξι (6) μηνών από το θάνατο του υπόχρεου φορολογουμένου. Η προθεσμία αυτή υπολογίζεται ανάλογα και για τους εκ διαθήκης κληρονόμους του αποβιώσαντος, εφόσον αυτοί δεν κα­λούνται στην κληρονομιά κατά την τάξη της εξ αδιαθέ­του διαδοχής.

Αν δημοσιευθεί διαθήκη με την οποία ο αποβιώσας διαθέτει την περιουσία του διαφορετικά από ό,τι προβλέ­πεται κατά την τάξη της εξ αδιαθέτου διαδοχής, για τους μη τετιμημένους, οι οποίοι είχαν, κατ' αρχή, υποχρέωση υποβολής δήλωσης ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του αποβιώσαντος, δεν επιβάλλονται κυρώσεις για τη μη υποβολή δήλωσης. Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου, τυχόν κυρώσεις που επι­βλήθηκαν στους μη τετιμημένους, αλλ' εξ αδιαθέτου κληρονόμους του αποβιώσαντος, αίρονται οίκοθεν από τη φορολογική αρχή, μετά τη δημοσίευση της διαθήκης αυτού, ανεξάρτητα από την υποβολή δήλωσης από τους κληρονόμους με βάση την οικεία διαθήκη.

Αν δημοσιευθεί διαθήκη με την οποία η κληρονομιαία περιουσία διατίθεται διαφορετικά από ό,τι προβλέπεται στη εξ αδιαθέτου διαδοχή, για τους τετιμημένους, οι οποίοι δεν καλούνται άμεσα κατά την τάξη αυτής της διαδοχής, η προθεσμία υποβολής της δήλωσης παρατεί­νεται για περίοδο δύο (2) μηνών μετά την πάροδο της

προθεσμίας αποποίησης της κληρονομιάς, εφόσον η λή­ξη της προθεσμίας αυτής συμπίπτει με ημερομηνία πριν από την παρέλευση έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση της διαθήκης του υπόχρεου. Οι διατάξεις αυτής της παρα­γράφου εφαρμόζονται αναλόγως και σε περιπτώσεις διαδοχικών αποποιήσεων κληρονομιάς ή δημοσίευσης πλειόνων διαθηκών.»

3.  Η περίπτωση ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 61 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:

«'Οσοι έχουν εισόδημα από εκμίσθωση ακινήτων πάνω από διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές το έτος.»

4.  Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 78 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι μισθωτές ακινήτων πάσης φύσεως, καθώς και θα­λάσσιων σκαφών αναψυχής, έχουν υποχρέωση να δη­λώνουν αναλυτικά κάθε οικονομικό έτος, με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος, τα ενοίκια που κατέβαλαν κα­τά το αμέσως προηγούμενο ημερολογιακό έτος για τις μισθώσεις αυτές, το ονοματεπώνυμο του εκμισθωτή, τον αριθμό φορολογικού μητρώου και τη διεύθυνση κατοι­κίας του.»

5.  Τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 1 του άρ­θρου 81 του ν. 2238/1994 αντικαθίστανται ως εξής:

«Στις συμβολαιογραφικές πράξεις που συντάσσονται για τη μεταβίβαση ή με σκοπό τη μεταβίβαση ακινήτων, οι συμβολαιογράφοι υποχρεούνται να αναγράφουν, εκτός των λοιπών στοιχείων των αντισυμβαλλομένων και τον αριθμό φορολογικού μητρώου αυτών.»

6.  Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 82 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:

«Κρατικές υπηρεσίες ή κρατικοί φορείς, αρμόδιοι για την έγκριση και καταβολή επιδοτήσεων ή αποζημιώσεων σε δικαιούχους, αναγράφουν υποχρεωτικά στις εγκριτι­κές ή διαπιστωτικές πράξεις που συντάσσουν, εκτός των λοιπών στοιχείων των δικαιούχων, και τον αριθμό φορο­λογικού μητρώου και την αρμόδια για τη φορολογία του δικαιούχου Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.).»

7.  Η παράγραφος 1 του άρθρου 76 του Κώδικα Φορο­λογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:

« 1. Αν ο υπόχρεος σε δήλωση μεταβάλει την κατοι­κία ή τη διαμονή του, έχει υποχρέωση να υποβάλλει, μέ­χρι τη λήξη του οικείου έτους, στον προϊστάμενο της Δη­μόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας που είναι αρμόδιος πριν από τη μεταβολή, τη δήλωση που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 5 της 1027411/842/ΔΜ/ 26.2.1998 (ΦΕΚ 193 Β') απόφασης του Υπουργού Οικο­νομικών, για τον τόπο της νέας κατοικίας ή διαμονής του.»

8.  Τίτλοι είσπραξης που δημιουργούνται μετά την εκ­καθάριση δηλώσεων από τη Γενική Γραμματεία Πληρο­φορικών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.), καταχωρούνται σε βι­βλίο Παραλαβής και Βεβαίωσης Εισπρακτέων Εσόδων που τηρείται ηλεκτρονικά από τη Γ.Γ.Π.Σ. με ενιαία αρίθ­μηση για λογαριασμό κάθε Δ.Ο.Υ. της χώρας.

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημο­σιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζο­νται οι διαδικασίες τήρησης του βιβλίου αυτού, οι αριθ­μοί καταχώρησης ανά Δ.Ο.Υ., η μεταφορά των καταχω­ρημένων εσόδων από το βιβλίο αυτό στο αντίστοιχο βι­βλίο που τηρεί η κάθε Δ.Ο.Υ., καθώς και οι λοιπές λεπτο­μέρειες εφαρμογής των ανωτέρω.

Με όμοιες αποφάσεις ως άνω είναι δυνατόν να αντιμε­τωπίζονται με την ίδια διαδικασία και άλλες κατηγορίες τίτλων είσπραξης που προβλέπονται από το π.δ. 16/1989 (ΦΕΚ 6 Α").

9.  Τα ατομικά ή συγκεντρωτικά φύλλα έκπτωσης που εκδίδονται από τη Γ.Γ.Π.Σ. καταχωρούνται στο Βιβλίο Επιστροφών και Διαγραφών που τηρείται ηλεκτρονικά από τη Γ.Γ.Π.Σ. με ενιαία αρίθμηση για κάθε Δ.Ο.Υ. της χώρας που λειτουργεί μηχανογραφικά.

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημο­σιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζο­νται και οι διαδικασίες τήρησης του βιβλίου αυτού, οι αριθμοί καταχώρησης ανά Δ.Ο.Υ. και η μεταφορά των κα­ταχωρημένων εκπτώσεων από το βιβλίο αυτό στο αντί­στοιχο βιβλίο που τηρεί η κάθε Δ.Ο.Υ., καθώς και οι λοι­πές λεπτομέρειες εφαρμογής των ανωτέρω.

10.          Όλα τα προβλεπόμενα βιβλία, τίτλοι είσπραξης και λοιπά στοιχεία που ορίζονται στις διατάξεις του π.δ. 16/1989, όπως αυτό ισχύει σήμερα, δύναται να τη­ρούνται ηλεκτρονικά από τις Δ.Ο.Υ. που λειτουργούν μη­χανογραφικά.

Όσα από τα παραπάνω είναι απαραίτητα για τη διενέρ­γεια οποιουδήποτε ελέγχου εκτυπώνονται υποχρεωτικά εφόσον ζητηθούν.

11.          Οι διατάξεις των παραγράφων 8, 9 και 10 του άρ­θρου αυτού ισχύουν από 1ης Μαΐου 2000.

12.          Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ανατίθεται σε μία ελεγκτική Αρχή η αρμοδιότητα διε­νέργειας τακτικού (οριστικού) φορολογικού ελέγχου όλων των εκκρεμών υποθέσεων των υποχρέων, των οποίων οι εκκρεμείς υποθέσεις υπάγονται, κατά τις κεί­μενες διατάξεις, στην ελεγκτική αρμοδιότητα διαφορετι­κών Υπηρεσιών.

Στις περιπτώσεις αυτές ο προϊστάμενος της ελεγκτι­κής αρχής στον οποίο ανατίθεται η ελεγκτική αρμοδιότη­τα, καθίσταται αρμόδιος για την έκδοση των οικείων κα- ταλογιστικών πράξεων, την επίλυση των διαφορών και τη βεβαίωση των φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων στη Δ.Ο.Υ., που είναι αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος του υποχρέου, κατά το χρόνο έκδοσης των οικείων κα­ταλογισμών πράξεων, καθώς και για κάθε περαιτέρω ενέργεια που προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις.

13.          Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του ν. 2343/1995 (ΦΕΚ 211 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

«Το Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο ενεργεί και επανέλεγχο των φορολογικών υποθέσεων των Περιφερειακών Ελε­γκτικών Κέντρων, τα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα ενεργούν και επανέλεγχο των φορολογικών υποθέσεων των Τοπικών Ελεγκτικών Κέντρων του π.δ. 179/2000 και τα Τοπικά Ελεγκτικά Κέντρα ενεργούν και επανέλεγχο των φορολογικών υποθέσεων των Δ.Ο.Υ..»

14.          Μέχρι την έναρξη λειτουργίας των Τοπικών Ελεγκτι­κών Κέντρων, ο επανέλεγχος των φορολογικών υποθέ­σεων των Δ.Ο.Υ, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του ν. 2343/1995, ενεργείται από τα Περι­φερειακά Ελεγκτικά Κέντρα.

Κατά το πρώτο έτος λειτουργίας των Τοπικών Ελε­γκτικών Κέντρων, μπορεί να ανατίθεται, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, η διενέργεια επανελέγχου των φορολογικών υποθέσεων των Δ.Ο.Υ. στα Περιφε­ρειακά Ελεγκτικά Κέντρα.

15.          Στην παράγραφο 1 του άρθρου 12 του ν. 2753/ 1999 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:

«Εξαιρετικά, φορολογικές διαφορές από καταλογιστι-

κές πράξεις γενικά που εκκρεμούν ενώπιον των διοικητι­κών πρωτοδικείων και αφορούν υποθέσεις για τις οποίες εκκρεμεί ο τακτικός έλεγχος, μπορεί να επιλύονται με δικαστικό συμβιβασμό, ανεξάρτητα από το χρόνο που παρήλθε από την κατάθεση των σχετικών προσφυγών, εφόσον η επίλυση των διαφορών συντελείται ταυτόχρο­να με τη διοικητική επίλυση των τυχόν διαφορών του τα­κτικού ελέγχου.»

16.          Στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του ν. 2523/1997, προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:

«Δεν επιβάλλεται το πρόστιμο του πρώτου εδαφίου επί ανακρίβειας της δήλωσης, εφόσον το ύψος της προ­κύπτουσας διαφοράς κύριου και συμπληρωματικού φό­ρου, τέλους ή εισφοράς ανέρχεται μέχρι του ποσού για το οποίο αμελείται η βεβαίωση κατά τις κείμενες διατά­ξεις.»

17.          Στο τέλος της περίπτωσης στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προ­στίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:

«Τα πιο πάνω δικαιολογητικά δεν συνυποβάλλονται με την οικεία δήλωση φορολογίας εισοδήματος, αλλά φυ­λάσσονται από τον υπόχρεο, για την επίδειξή τους στην αρμόδια φορολογική αρχή, μέχρι να παραγραφεί το δι­καίωμα του Δημοσίου για την επιβολή φόρου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 84.»

18.          Στο εδάφιο α' της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του ν. 2470/1997 (ΦΕΚ 40 Α '), μετά τις λέξεις «του Ιδρύ­ματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.)», προστίθεται η φράση «και για τους υπαλλήλους που είναι αποσπασμέ­νοι ή διατίθενται στα πολιτικά κόμματα».