Ν. 2873: Άρθρο 73 Ελεγκτική αρμοδιότητα του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' ΕΛΕΓΧΟΣ - ΕΞΩΔΙΚΗ ΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΑΣ

 

1. Ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρε­

σίας ελέγχει την ακρίβεια των δηλώσεων που υποβάλλο­νται και ερευνά για την ανεύρεση των υποχρέων, οι οποί­οι παρέλειψαν να υποβάλουν δήλωση.

2.  Κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του ο προϊστά­μενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας δικαιούται:

α) Να καλεί το φορολογούμενο να δώσει μέσα σε εύλο­γη τακτή προθεσμία κάθε πληροφορία και διευκρίνιση και να προσκομίσει κάθε στοιχείο χρήσιμο για τον καθορισμό της φορολογητέας ύλης.

β) Να ζητά οποιεσδήποτε πληροφορίες και οποιαδήπο­τε στοιχεία κρίνει αναγκαία από κάθε δημόσια, δημοτική ή κοινοτική αρχή και από κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Ο φορολογούμενος και τα πιο πάνω πρόσωπα υποχρεώ­νονται να παρέχουν χωρίς υπαίτια βραδύτητα τις πληρο­φορίες που ζητούνται και να θέτουν στη διάθεση του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας για έλεγχο όλα τα βιβλία τους ή οποιαδήποτε άλλα έγγραφα.

γ) Να ενεργεί με τα όργανά του οποιαδήποτε θεωρεί εν­δεδειγμένη έρευνα και επιτόπια εξέταση των πραγμάτων ή έλεγχο, να ελέγχει όλα τα βιβλία και στοιχεία που επι­βάλλονται από το νόμο ή τηρούνται προαιρετικά. Αν για την εξέταση ή τον έλεγχο είναι απαραίτητες ειδικές γνώ­σεις ή ιδιάζουσα εμπειρία, να ενεργεί και με άλλα πρόσω­πα, τα οποία υποχρεώνονται να παραδίδουν στον προϊ­στάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ειδική έκ­θεση, που έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα.

3.  Κατ' εξαίρεση, αν μεταξύ των περιουσιακών στοιχεί­ων που δηλώθηκαν εμπρόθεσμα περιλαμβάνονται και α­κίνητα, ο προσδιορισμός της αγοραίας αξίας τους μπορεί να γίνεται από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομι­κής υπηρεσίας και προσωρινά με βάση τα συγκριτικά στοιχεία που έχει, τα βιβλία τιμών που τηρεί ή και άλλα τυ­χόν στοιχεία που θα αποκτήσει.

Αν η αξία για τα ακίνητα που δηλώθηκε συμπίπτει με την αγοραία αξία τους, η υπόθεση περαιώνεται ως ειλικρινής, αν δεν συμπίπτει, ο φορολογούμενος μπορεί, μέσα σε α­νατρεπτική προθεσμία έξι (6) μηνών από την υποβολή της εμπρόθεσμης δήλωσης, να υποβάλει συμπληρωματική δήλωση σύμφωνη με την αξία που προσδιόρισε ο προϊ­στάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας. Στην πε­ρίπτωση αυτήν και εφόσον όλα τα υπόλοιπα στοιχεία που περιλαμβάνονται στη δήλωση είναι ακριβή, η συμπληρω­ματική δήλωση θεωρείται ειλικρινής και δεν επιβάλλεται πρόσθετος φόρος και πρόστιμο.

Αν δεν υποβληθεί συμπληρωματική δήλωση μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο αυτήν ή αν τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στη δήλωση είναι ανακρι­βή, ο προσδιορισμός της αγοραίας αξίας των ακινήτων γί­νεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, χωρίς να δεσμεύεται ο προϊστάμενος της δημόσιας οι­κονομικής υπηρεσίας από την προσωρινή αξία που ο ίδιος προσδιόρισε.

Η διαδικασία της υποβολής συμπληρωματικής δήλω­σης μπορεί να αφορά ορισμένο ή ορισμένα μόνο από τα ακίνητα που έχουν δηλωθεί.

4.  Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ανατίθεται η διενέργεια ελέγχου για τον προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης ορισμένης υπόθεσης ή υποθέ­σεων σε άλλον από τον καθ' ύλη και κατά τόπο αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας.

5.  Ο αρμόδιος οικονομικός επιθεωρητής μπορεί να δια­

τάσσει επανέλεγχο σε οποιαδήποτε φορολογική υπόθε­ση, με υπαλλήλους της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ή άλλους υπαλλήλους των δημόσιων οικονο­μικών υπηρεσιών, που εποπτεύονται από αυτόν και οι ο­ποίοι μετακινούνται για το σκοπό αυτόν με απόφασή του.

6.  Ο προϊστάμενος της αρμόδιας κατά τόπο δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, προκειμένου για συμβολαιογρα­φικά έγγραφα που αφορούν δικαιοπραξία σε ακίνητα, προβαίνει στον προσδιορισμό της αξίας των ακινήτων, α­γοραίας ή αντικειμενικής κατά περίπτωση, για τον υπολο­γισμό των αμοιβών των δικηγόρων και των δικαιωμάτων των συμβολαιογράφων και υποθηκοφυλάκων.

7.  Σε περίπτωση υποβολής τίτλου για μεταγραφή μετά από παρέλευση έτους τουλάχιστον από τη σύνταξή του, τα αναλογικά κατά περίπτωση δικαιώματα που είναι κα­ταβλητέα για τη μεταγραφή, υπολογίζονται με βάση την πραγματική αξία του ακινήτου που μεταβιβάζεται ή του ε­μπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου, όπως αυτά περι­γράφονται στον τίτλο που μεταγράφεται, κατά το χρόνο της μεταγραφής. Στις περιπτώσεις αυτές ο προσδιορι­σμός της αξίας του μεταβιβαζόμενου γίνεται με βάση ει­δική έκθεση εκτίμησης του προϊσταμένου της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, που εκδίδεται μετά α­πό αίτηση του υποθηκοφύλακα.

8.  Ο προϊστάμενος της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας με αίτησή του μπορεί να ζητήσει από το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών την εκτίμηση της αγοραίας αξίας των ακόλουθων περιουσιακών στοιχείων, εφόσον αυτά α­ποτελούν αντικείμενο φορολογίας:

α) των ακινήτων καθώς και των εμπράγματων σε αυτά δικαιωμάτων,

β) των μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο μετοχών ή λοιπών τίτλων κινητών αξιών ανωνύμων εταιριών ή συμ­μετοχών σε εταιρίες ή συνεταιρισμούς και

γ) λοιπών κινητών μεγάλης αξίας καθώς και έργων τέ­χνης ή συλλογών αντικειμένων αξίας κ.λπ..

Οι ορκωτοί εκτιμητές επιλαμβάνονται του έργου τους και μετά από αίτηση του υπόχρεου σε φόρο ή μετά από προδικαστική απόφαση δικαστηρίου. Το πόρισμα του ε­λέγχου των εκτιμητών επέχει θέση έκθεσης πραγματο­γνωμοσύνης.

Όταν το πρόσωπο που είναι υπόχρεο σε φόρο ζητήσει από ορκωτό εκτιμητή την εκτίμηση των αντικειμένων της φορολογίας και εφόσον αποδεχθεί στο σύνολό του το πό­ρισμα αυτού και περιλάβει στη δήλωσή του, που θα υπο­βληθεί στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία, την αξία που καθορίστηκε από τον εκτιμητή, επισυνάπτοντας στη δήλωση και τη σχετική έκθεση εκτίμησης, απαλλάσ­σεται από τον πρόσθετο φόρο λόγω τυχόν ανακρίβειας της δήλωσης, που επιμεριστικά αναλογεί στα στοιχεία που εκτιμήθηκαν, καθώς και από κάθε πρόστιμο ή άλλη κύρωση λόγω της ανακρίβειας αυτής.

Στις περιπτώσεις που το Δημόσιο προσφεύγει στο Σώ­μα Ορκωτών Εκτιμητών για εκτίμηση περιουσιακών στοι­χείων, απαλλάσσεται από την καταβολή δαπάνης εκτίμη­σης.