Ν. 2873: Άρθρο 85 Υπόχρεοι σε δήλωση - Δήλωση με επιφύλαξη ΤΜΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ ΠΟΥ ΑΠΟΚΤΩΝΤΑΙ ΑΙΤΙΑ ΔΩΡΕΑΣ, ΓΟΝΙΚΗΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΙΚΑΣ

 Α. Υπόχρεοι σε δήλωση

1.  Σε σύσταση δωρεών, γονικών παροχών και προικών με συμβολαιογραφικό έγγραφο υπόχρεοι για την υποβο­λή της δήλωσης είναι οι συμβαλλόμενοι. Δεν έχουν υπο­χρέωση να υποβάλλουν δήλωση τα νομικά πρόσωπα του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης Α' της παραγράφου 1 του άρθρου 25.

2.  Σε δωρεές και γονικές παροχές για τις οποίες δεν κα­ταρτίσθηκε συμβολαιογραφικό έγγραφο καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση, υπόχρεος για την υποβολή της δή­λωσης είναι ο δωρεοδόχος ή το τέκνο ή οι κληρονόμοι του.

3.  Σε προίκες για τις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννιέται μετά την κατάρτιση του οικείου συμβολαίου, ε­φόσον διαρκεί ο γάμος, υπόχρεος για την υποβολή της δήλωσης είναι ο προικολήπτης, εφόσον λυθεί ο γάμος, υ­πόχρεη είναι η προικιζόμενη ή οι κληρονόμοι της.

Β. Δήλωση με επιφύλαξη

1. Για την πρόληψη των συνεπειών ανακρίβειας ή παρά­λειψης φορολογικής δήλωσης, ο υπόχρεος σε επίδοση αυτής μπορεί να περιλάβει σε αυτήν και στοιχεία φορο­

λογητέας ύλης, για τα οποία διατηρεί αμφιβολίες αν έχει από το νόμο υποχρέωση, κάνοντας ρητή για το λόγο αυ­τόν επιφύλαξη στη δήλωση που επιδίδει. Η επιφύλαξη πρέπει να είναι ειδική και αιτιολογημένη. Κάθε γενική ή α­όριστη επιφύλαξη θεωρείται ανύπαρκτη και δεν επιφέρει κανένα αποτέλεσμα.

Ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας υποχρεώνεται να απαντήσει στο φορολογούμενο θετικά ή αρνητικά μέσα σε ένα τρίμηνο από την υποβολή της δή­λωσης ως εξής:

α) είτε να δεχθεί την επιφύλαξη και να διαγράψει το πο­σό της φορολογητέας ύλης για το οποίο έγινε η επιφύλα­ξη,

β) είτε να απορρίψει την επιφύλαξη και να γνωστοποιή­σει αυτό στο φορολογούμενο με ιδιαίτερη ανακοίνωση, την οποία θα του επιδώσει με απόδειξη ή με την κοινοποι- ούμενη πράξη που εκδόθηκε μετά από τη διενέργεια ε­λέγχου. Στην περίπτωση αυτήν, αν δεν επέλθει εξώδικη λύση της διαφοράς, ο φορολογούμενος δικαι-ούται να ζητήσει από το διοικητικό πρωτοδικείο, είτε με την προ­σφυγή που ασκεί για τυχόν άλλες διαφορές που προέκυ­ψαν από τον έλεγχο είτε με αυτοτελή αίτηση που υπο­βάλλεται μέσα στην οριζόμενη προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής, τη διαγραφή του ποσού της φορολογη­τέας ύλης για την οποία έγινε η επιφύλαξη. Το διοικητικό πρωτοδικείο αποφαίνεται για το αίτημα και τηρείται σε κά­θε περίπτωση η ενώπιον αυτού ισχύουσα διαδικασία.

2.  Με όμοιο τρόπο μπορεί να γίνει επιφύλαξη στη δήλω­ση όσον αφορά το χαρακτηρισμό της φορολογητέας ύ­λης και την υπαγωγή αυτής σε άλλη φορολογία ή σε άλλη κατηγορία ή σε μειωμένο φορολογικό συντελεστή, τις εκ­πτώσεις από τη φορολογητέα ύλη ή από το φόρο κ.λπ. με ανάλογη εφαρμογή όσων ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο. Ειδικά, προκειμένου για την υπαγωγή σε άλ­λη φορολογία ή κατηγορία, αν γίνει δεκτή η επιφύλαξη, η δήλωση θεωρείται ότι υποβλήθηκε για τη φορολογία ή κα­τηγορία αυτή.

3.  Η επιφύλαξη κατά τις διατάξεις της ενότητας αυτής δεν συνεπάγεται αναστολή της βεβαίωσης και είσπραξης του φόρου που αμφισβητείται με αυτήν. Σε περίπτωση α­ποδοχής των λόγων της επιφύλαξης από τον προϊστάμε­νο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ή από το διοικη­τικό δικαστήριο, ενεργείται νέα εκκαθάριση του φόρου της δήλωσης και ο επιπλέον φόρος που βεβαιώθηκε ή κα­ταβλήθηκε εκπίπτεται ή συμψηφίζεται με το τυχόν κατα­βλητέο με βάση οριστικά στοιχεία μεγαλύτερο ποσό εκεί­νου που δηλώθηκε ή αλλιώς επιστρέφεται.

4.  Σε υποθέσεις για τις οποίες ο φορολογούμενος υπέ­βαλε δήλωση φορολογίας με επιφύλαξη ή ανακάλεσε την αρχική δήλωσή του, η συζήτηση των προσφυγών ή ένδι­κων μέσων ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων προσ­διορίζεται κατά προτίμηση μέσα σε τρεις (3) μήνες το αρ­γότερο από τη διαβίβαση του φακέλου στο αρμόδιο δικα­στήριο ή από την κατάθεση του ένδικου μέσου.