Ν. 2961: Άρθρο 82

 

Καταβολή φόρου κτήσεων αιτία θανάτου 1. Ο φόρος που βεβαιώνεται: α) Μετά από δήλωση ή πράξη προσδιορισμού φόρου, που έγινε οριστική λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης ά­σκησης προσφυγής, καταβάλλεται σε είκοσι τέσσερις (24) ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι κάθε δό­ση δεν είναι μικρότερη των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών, εκτός της τελευταίας. Η πρώτη δόση καταβάλ­λεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υ­πηρεσίες, ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημό­σιες υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν.

β) Μετά από διοικητική επίλυση της διαφοράς και την καταβολή του ενός πέμπτου (1/5), το υπόλοιπο καταβάλ­λεται σε είκοσι τέσσερις (24) ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών, εκτός της τελευταίας.

γ) Μετά από απόφαση διοικητικού δικαστηρίου ή δικα­στικό συμβιβασμό, καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις. Η κάθε δόση, εκτός από την τελευταία, δεν μπο­ρεί να είναι μικρότερη των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών.

Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν από 17 Μαΐου 1999.

Για τις ανωτέρω περιπτώσεις η πρώτη δόση καταβάλ­

λεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υ­πηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση ή την υπογραφή του πρακτικού και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν.

2.  Αν ο υπόχρεος καταβάλει το σύνολο του αναλογού­ντος κύριου και πρόσθετου φόρου, σύμφωνα με εκείνα που ορίζονται στην περίπτωση α' της προηγούμενης πα­ραγράφου, μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης μηνιαίας δόσης, ανεξάρτητα από το ύψος αυτού, παρέ­χεται έκπτωση κατά ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%). Το ί­διο ποσοστό εκπίπτεται, αν ο υπόχρεος καταβάλει το σύ­νολο του ποσού που προκύπτει συνεπεία διοικητικής επί­λυσης της διαφοράς μέσα στην προθεσμία πληρωμής του ενός πέμπτου (1/5) αυτού.

3.  Σε κινητές αξίες και λοιπά κινητά γενικά πράγματα, που έχουν κατατεθεί σε τράπεζες και λοιπά νομικά ή φυ­σικά πρόσωπα, ο φόρος που αναλογεί επιμεριστικά στην αξία τους καταβάλλεται πριν από την ανάληψή τους και τη χορήγηση του πιστοποιητικού του άρθρου 105.

4.  Εφόσον στην περίπτωση της προηγούμενης παρα­γράφου δεν διασφαλίζεται από τα κληρονομιαία αντικεί­μενα που απομένουν στην κατοχή του κληρονόμου ή κλη- ροδόχου η πληρωμή του υπόλοιπου φόρου της κληρονο­μικής του μερίδας και δεν παρέχεται εμπράγματη ασφάλεια ή εγγυητική επιστολή μιας από τις αναγνωρι­σμένες στην Ελλάδα τράπεζες, ολόκληρος ο φόρος που αναλογεί στη μερίδα του κληρονόμου ή κληροδόχου κα­ταβάλλεται πριν από τη χορήγηση του πιστοποιητικού των άρθρων 105 και 112. Σε κάθε άλλη περίπτωση που ο­φείλεται φόρος που αναλογεί σε μετρητά και γενικά κινη­τά πράγματα, εφόσον κατά την κρίση του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας δεν διασφαλίζεται η πληρωμή του από τη λοιπή κληρονομιαία περιουσία που απομένει στην κατοχή του υπόχρεου, παρέχεται ασφά­λεια με την υποβολή της δήλωσης, άλλως καταβάλλεται αμέσως ολόκληρος ο φόρος αυτός και γίνεται σχετική μνεία στη δήλωση για την καταβολή.

5.  Η ευχέρεια καταβολής του φόρου σε δόσεις κατά την παράγραφο 1 παρέχεται μόνο αν το ακίνητο, που απο­κτήθηκε αιτία θανάτου, βρίσκεται στην κυριότητα του ο­φειλέτη κληρονόμου. Προκειμένου αυτό να μεταβιβασθεί ή βαρυνθεί με εμπράγματα δικαιώματα, ολόκληρος ο φό­ρος που επιμεριστικά αναλογεί σε αυτό καθίσταται απαι­τητός και καταβάλλεται πριν από τη χορήγηση πιστοποι­ητικού, για το οποίο ορίζει το άρθρο 112. Μπορεί όμως το πιστοποιητικό αυτό να χορηγηθεί και πριν από την ολο­σχερή καταβολή του φόρου που επιμεριστικά αναλογεί, με τη ρητή εντολή ο φόρος να παρακρατηθεί από το συμ­βολαιογράφο και να αποδοθεί από αυτόν στη δημόσια οι­κονομική υπηρεσία, το αργότερο μέσα σε τρεις (3) ημέ­ρες από τη σύνταξη του οικείου συμβολαίου. Η πίστωση του καταβαλλόμενου αυτού φόρου θα γίνεται σε εξόφλη­ση των πρώτων δόσεων από τις ανεξόφλητες, κατά την καταβολή, είτε αυτές είναι ληξιπρόθεσμες είτε όχι, χωρίς να γίνεται επιμερισμός του φόρου αυτού σε όλες τις δό­σεις του ποσού που έχει βεβαιωθεί. Προκειμένου για α­πόδοση καταθέσεων της παραγράφου 3, η παρακράτηση και η απόδοση κατά τα πιο πάνω μπορεί να γίνει με επιμέ­λεια των προσώπων αυτών μέχρι την επόμενη της απόδο­σης των καταθέσεων.

6.  Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ε­πιτραπεί η εξόφληση φόρου κληρονομίας από οφειλέτες που βρίσκονται σε αδυναμία να τον καταβάλουν με με­τρητά, μετά από αίτησή τους, με μεταβίβαση στο Δημόσιο ολόκληρου κληρονομιαίου ακινήτου ή άλλου αξιόλογου ακινήτου, το οποίο ανήκει στους κληρονόμους εξ αδιαι­ρέτου και περιήλθε σε αυτούς κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) τουλάχιστον από την κληρονομία. Η αξία του ακινήτου που προσφέρεται υπολογίζεται υποχρεωτικά με βάση εκείνη που τελεσίδικα ορίστηκε για την επιβολή του φόρου κληρονομίας. Σε καμία περίπτωση δεν αποδίδεται στον οφειλέτη η τυχόν διαφορά μεταξύ της αξίας του ακι­νήτου που προσφέρεται και του φόρου κληρονομίας που οφείλεται.

7.  Στην περίπτωση επιβολής φόρου κληρονομίας, κλη­ροδοσίας και δωρεάς με αντικείμενο εικαστικά ή άλλα έρ­γα τέχνης, ο φόρος που αναλογεί μπορεί να καταβάλλε­ται σε είδος με παραχώρηση εικαστικών ή άλλων έργων τέχνης ίσης αξίας που περιέρχονται στο Υπουργείο Πολι­τισμού, μετά από πρόταση ειδικής εκτιμητικής επιτροπής που συγκροτείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικο­νομικών και Πολιτισμού. Με κοινή επίσης απόφαση των Υ­πουργών Οικονομικών και Πολιτισμού καθορίζονται οι λε­πτομέρειες της διαδικασίας εφαρμογής των παραπάνω ε­δαφίων.


Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδα Webnode