Ν. 3091: Άρθρο 3 Εισοδήματα φορολογούμενα αυτοτελώς

 

1.  Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:

«Με την παρακράτηση του φόρου εξαντλείται η φορο­λογική υποχρέωση των υποχρέων του άρθρου 2, των ημε­δαπών και αλλοδαπών τραπεζικών και ασφαλιστικών επι­χειρήσεων, καθώς και των υποχρέων της περίπτωσης γ' της παραγράφου 1 και της παραγράφου 2 του άρθρου 101.»

2.  Η παράγραφος 8 του άρθρου 12 του Κώδικα Φορο­λογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:

«8. Ομοίως, επιβάλλεται φόρος εισοδήματος στους τό­κους, οι οποίοι αποκτώνται από φυσικά ή νομικά πρόσω­πα, ενώσεις προσώπων ή ομάδες περιουσίας, χωρίς να εξετάζεται η ιθαγένεια και ο τόπος που διαμένουν ή κα­τοικούν ή έχουν την έδρα τους και προκύπτουν από εθνι­κά δάνεια που εκδίδονται με έντοκα γραμμάτια ή ομολο­γίες από την 1η Ιανουαρίου 1997 και μετά. Ο φόρος υπο­λογίζεται με συντελεστή επτά και μισό τοις εκατό (7,5%) στο ποσό των τόκων που προκύπτουν από τους πιο πάνω τίτλους από 1 ης Ιανουαρίου 1997 και με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) στο ποσό των τόκων που προκύπτουν από τους πιο πάνω τίτλους οι οποίοι εκδίδονται από τις 3 Ιανουαρίου 1998 και μετά. Επίσης, με το συντελεστή δέ­κα τοις εκατό (10%) φορολογούνται και οι τόκοι που προ­κύπτουν από ανανεώσεις εκδοθέντων έντοκων γραμμα­τίων που πραγματοποιήθηκαν μετά την 2α Ιανουαρίου 1998.

Ο φόρος αυτός για τα έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου, που εκδίδονται με φυσικούς τίτλους ή με τη μορφή άϋλων τίτλων, προεισπράττεται κατά την έκδοσή τους, ενώ για τα ομόλογα ο φόρος παρακρατείται κατά το χρόνο της εξαργύρωσης των τοκομεριδίων τους ή κατά τη λήξη τους, όταν πρόκειται για ομόλογα χωρίς τοκομε­ρίδια (ZERO COUPON). Σε περίπτωση σιωπηρής ανανέ­ωσης έντοκων γραμματίων, για τους τόκους που προκύ­

πτουν στο διάστημα που διαρκεί η ανανέωση, γίνεται πα­ρακράτηση του φόρου που αναλογεί κατά το χρόνο της εξόφλησής τους. Με τον προεισπραττόμενο ή παρακρα­τούμενο κατά περίπτωση φόρο, πιστώνεται ο τηρούμενος στην Τράπεζα της Ελλάδος οικείος λογαριασμός του Ελ­ληνικού Δημοσίου.

Φόρος με τον ίδιο ως άνω συντελεστή επιβάλλεται και στους τόκους, οι οποίοι αποκτώνται από τα πρόσωπα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής και προκύπτουν από έντοκους τίτλους που εκδίδονται στην Ελλάδα με τις εγκρίσεις που προβλέπει η κείμενη νομοθεσία, από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, το Διεθνή Οργανισμό Χρηματοδοτήσεως, τη Διεθνή Τράπεζα Ανασυγκροτήσε­ως και Αναπτύξεως, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρο­τήσεως και Αναπτύξεως και την Ασιατική Τράπεζα Ανα­πτύξεως. Ο φόρος αυτός παρακρατείται κατά το χρόνο λήξης και εξόφλησης των τοκομεριδίων τους ή κατά τη λήξη των τίτλων, όταν πρόκειται για ομόλογα χωρίς τοκο­μερίδια, από το διαχειριστή εκάστου δανείου ή από το νό­μιμο εκπρόσωπο του εκδότη στην Ελλάδα ή από άλλο εξουσιοδοτημένο προς τούτο πρόσωπο. Ο παρακρατού­μενος φόρος του προηγούμενου εδαφίου αποδίδεται με εφάπαξ καταβολή στο Δημόσιο, με την υποβολή δήλω­σης, από το πρόσωπο που διενήργησε την παρακράτηση, στη Δ.Ο.Υ. στην περιφέρεια της οποίας αυτό έχει την έδρα του, μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου μήνα που έγινε η παρακράτηση του φόρου.

Με την προείσπραξη ή την παρακράτηση του φόρου της παραγράφου αυτής εξαντλείται η φορολογική υπο­χρέωση των υποχρέων του άρθρου 2, των ημεδαπών και αλλοδαπών τραπεζικών και ασφαλιστικών επιχειρήσεων, καθώς και των υποχρέων της περίπτωσης γ' της παρα­γράφου 1 και της παραγράφου 2 του άρθρου 101, με την επιφύλαξη των οριζόμενων από τις διατάξεις των άρθρων 99 και 106. Επίσης, για τη φορολογία των τόκων της πα­ρούσας παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα οι διατά­ξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου αυτού.»

3.  Στο τέλος της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προ­στίθεται εδάφιο ως εξής:

«Προκειμένου για μεταβιβάσεις από επαχθή αιτία στοι­χείων των παραπάνω υποπεριπτώσεων αα' και ββ' σε δι­καιούχους που υπάγονται στην Α' ή Β' κατηγορία του άρ­θρου 29 του N. 2961/2001 (ΦΕΚ 266/Α"), η πραγματική αξία πώλησης αυτών φορολογείται αυτοτελώς με συντε­λεστή ένα και δύο δέκατα τοις εκατό (1,2%) και δύο και τέσσερα δέκατα τοις εκατό (2,4%), αντίστοιχα.»

4.  Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρ­θρου 13 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθε­ται εδάφιο ως εξής:

«Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης α' της προη-γού- μενης παραγράφου 1 εφαρμόζεται ανάλογα.»

5.  Για την εφαρμογή των διατάξεων του τελευταίου εδα­φίου της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 και του δεύ­τερου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του Κώ­δικα Φορολογίας Εισοδήματος, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος προσδιορισμού της κατώτατης πραγματικής αξίας που προκύπτει από τη μεταβίβαση: α) ολόκληρης επιχείρησης, μερίδων ή μεριδίων και ποσοστών συμμετο­χής λαμβάνοντας υπόψη τα καθαρά κέρδη των τελευταί­ων πέντε (5) ετών, την αμοιβή του επιχειρηματία, το επι­τόκιο των έντοκων γραμματίων του Δημοσίου ετήσιας

διάρκειας και τα έτη λειτουργίας της και β) μετοχών μη ει- σηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ή σε αλλο­δαπό χρηματιστήριο ή σε άλλο χρηματιστηριακό θεσμό, λαμβάνοντας υπόψη αποτελέσματα από τους τελευταί­ους πριν από τη μεταβίβαση ισολογισμούς και την από­δοση των ιδίων κεφαλαίων της επιχείρησης.

6.  Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Κώ­δικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:

«Όταν δικαιούχοι των εισοδημάτων της παραγράφου αυτής είναι πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 101, με την καταβολή του πιο πάνω φόρου δεν εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιού­χων, αλλά τα εισοδήματα αυτά φορολογούνται με τις γε­νικές διατάξεις.»

7.  Στο τελευταίο εδάφιο των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 13 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος και με­τά τη λέξη «συναλλάγματος» προστίθενται οι λέξεις «ή ευ- ρώ».

8.  Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:

«Ο φόρος υπολογίζεται με συντελεστή είκοσι τοις εκα­τό (20%) στο καθαρό ποσό της αποζημίωσης μετά την αφαίρεση ποσού είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ και παρα­κρατείται κατά την πληρωμή της στο δικαιούχο.»

9.  Στο τέλος του τέταρτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος οι λέξεις «την πιο πάνω κλίμακα» αντικαθίστανται με τις λέ­ξεις «τον πιο πάνω συντελεστή».

10.          Οι διατάξεις της παραγράφου 1 και του προτελευ­ταίου εδαφίου της παραγράφου 8 του άρθρου 12 του Κώ­δικα Φορολογίας Εισοδήματος, όπως η παράγραφος αυ­τή αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου 2, ισχύουν για εισοδήματα οικονομικού έτους 2003 και μετά.


Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδα Webnode