Ν. 3296: Άρθρο 30 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε' ΣΥΣΤΑΣΗ ΝΕΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

 

Σύσταση Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων (ΥΠ.Ε.Ε.) και κατάργηση του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.)

1.  Στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών συνιστά­ται νέα υπηρεσία με τον τίτλο « Υπηρεσία Ειδικών Ελέγ­χων» (ΥΠ.Ε.Ε.) υπαγόμενη απευθείας στον Υπουργό Οι­κονομίας και Οικονομικών, με την έναρξη λειτουργίας της οποίας παύει η λειτουργία του Σώματος Δίωξης Οικονο­μικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.) του άρθρου 4 του Ν. 2343/ 1995 (ΦΕΚ 211 Α").

Στη νέα υπηρεσία προΐσταται μετακλητός Ειδικός Γραμματέας (άρθρο 28 του Ν. 1558/1985 - ΦΕΚ 137 Α") και συνιστάται προς τούτο μία (1) θέση.

2.  Κύριο έργο της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων είναι η αποκάλυψη και καταπολέμηση εστιών οικονομικού εγκλήματος, μεγάλης φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίας, ο έλεγχος της κίνησης κεφαλαίων, ο έλεγχος της διακίνη­σης αγαθών και υπηρεσιών, καθώς και της κατοχής και διακίνησης απαγορευμένων ή υπό ειδικό καθεστώς ειδών και ουσιών, ο έλεγχος της ορθής εφαρμογής των διατά­ξεων που σχετίζονται με τις εθνικές και κοινοτικές επιδο­τήσεις και επιχορηγήσεις, καθώς επίσης και των διατάξε­ων που αναφέρονται στην προστασία της δημόσιας περι­ουσίας.

Ειδικότερα:

α. Η έρευνα, ο εντοπισμός και η καταστολή οικονομικών παραβάσεων ιδιαίτερης βαρύτητας και σημασίας, όπως η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ξέπλυμα χρήματος), οι απάτες και παρατυπίες, οι παρα­βάσεις που σχετίζονται με προμήθειες, επιδοτήσεις και επιχορηγήσεις, οι παράνομες χρηματιστηριακές και χρη­ματοπιστωτικές συναλλαγές και γενικά οι οικονομικές απάτες σε βάρος των συμφερόντων του Ελληνικού Δημο­σίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανεξάρτητα από τον τόπο τέλεσης.

β. Ο προληπτικός έλεγχος εφαρμογής της φορολογι­κής νομοθεσίας και ο προσωρινός φορολογικός έλεγχος, ιδίως στους παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φό­ρους, με έμφαση στο Φ.Π.Α., καθώς και ο έλεγχος εφαρ­μογής των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας. 

( Η περ. β καταργήθηκε με τη παρ.1. του άρθρου 52 του ν.4223/13 και οι περ.γ, δ & ε αναριθμήθηκαν β, γ & δ)

β. Η έρευνα, αποκάλυψη και καταπολέμηση παράνομων συναλλαγών, απατών και δραστηριοτήτων, που διενερ­γούνται με χρήση ηλεκτρονικών μέσων, του διαδικτύου και νέων τεχνολογιών.

γ. Η πρόληψη, δίωξη και καταπολέμηση άλλων παρα­βάσεων όπως, παράνομη διακίνηση ναρκωτικών, όπλων και εκρηκτικών, πρόδρομων και ψυχοτρόπων ουσιών, το­ξικών και επικίνδυνων ουσιών (ραδιενεργά και πυρηνικά υλικά, τοξικά απόβλητα κ.λπ.) αρχαιοτήτων και πολιτιστι­κών αγαθών.

δ. Η προστασία, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρε­σίες, του αιγιαλού και της παραλίας, ως και των ανταλλά­ξιμων και δημόσιων κτημάτων, αρμοδιότητας του Υπουρ­γείου Οικονομίας και Οικονομικών, από τις αυθαίρετες καταπατήσεις και κατασκευές επ' αυτών.

δ) Η εκτέλεση των εισαγγελικών παραγγελιών εντός του πεδίου των αρμοδιοτήτων του.( Η περ. δ προστέθηκε με τη παρ.5. του άρθρου 52 του ν.4223/13 )

ε) Η εκτέλεση των εισαγγελικών παραγγελιών εντός του πεδίου των αρμοδιοτήτων του.

στ. Ο μερικός έλεγχος εφαρμογής της φορολογικής νομοθεσίας με έμφαση στη φορολογία εισοδήματος και ο έλεγχος εφαρμογής της τελωνειακής νομοθεσίας.

3.  Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων λειτουργεί με παραμέ­τρους δράσης, που στοχεύουν στη διαφάνεια και αντικει- μενικοποίηση των ελέγχων, χρησιμοποιώντας κριτήρια και μέσα προγραμματισμού, όπως μεθόδους ανάλυσης

κινδύνου, διαθέσιμα στοιχεία από βάσεις δεδομένων, δια­σταυρώσεις, στατιστική ανάλυση και άλλες πηγές πληρο­φοριών.

Ειδικότερα ο προγραμματισμός γίνεται στη βάση των θεσμοθετημένων κωδικών δραστηριοτήτων οικονομικών μονάδων, αγαθών, προϊόντων και καθεστώτων και εξειδι­κεύεται ανά Περιφερειακή Διεύθυνση. Κριτήρια προ­γραμματισμού αποτελούν κυρίως:

α. Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά, όπως τομέας δραστη­ριότητας, η νομική μορφή, η κατηγορία τηρούμενων βι­βλίων, η επικινδυνότητα και η παραβατικότητα κατά κλά­δο και δραστηριότητα.

β. Τα οικονομικά χαρακτηριστικά, όπως ακαθάριστα έσοδα, καθαρά κέρδη ή ζημίες, συντελεστής καθαρού κέρδους και ύψος δαπανών, δεδομένα από δηλώσεις άμεσης και έμμεσης φορολογίας, καθώς και η προέλευση κεφαλαίων.

γ. Τα χωροταξικά και χρονικά δεδομένα, όπως τόπος παραγωγής και διακίνησης, εποχιακές δραστηριότητες και τοπικές ιδιαιτερότητες.

4.  Για τη νομιμότητα και τη διασφάλιση της αποτελε­σματικότητας των ελέγχων διενεργείται δειγματοληπτι­κός επανέλεγχος των υποθέσεων. Τα κριτήρια επιλογής των υποθέσεων, η διαδικασία λειτουργίας του συστήμα­τος επανελέγχου και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρ­μογής του ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονο­μίας και Οικονομικών.

5.  Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων προβαίνει σε:

α. Ελέγχους των μεταφορικών μέσων, καταστημάτων, αποθηκών και άλλων χώρων, όπου βρίσκονται αγαθά, ανεξάρτητα από τον φορέα εκμετάλλευσής τους και του τελωνειακού καθεστώτος υπό το οποίο τελούν.

β. Έρευνες εγγράφων και λοιπών στοιχείων, ως και έρευνες σε άλλους χώρους που δεν αφορούν την επαγ­γελματική απασχόληση του ελεγχόμενου, όταν υπάρχουν στοιχεία ή βάσιμες υπόνοιες για την τέλεση οικονομικών παραβάσεων, μετά από συναίνεση του ελεγχόμενου ή του αρμόδιου εισαγγελέα και, σε περίπτωση έλλειψης αυτού, του επιτόπιου δικαστικού λειτουργού. Όταν πρόκειται για έρευνα σε κατοικία, είναι πάντοτε απαραίτητη η παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής αρχής.

γ. Συλλήψεις και ανακρίσεις προσώπων και έρευνες με­ταφορικών μέσων, αγαθών, προσώπων, καταστημάτων, αποθηκών, οικιών και λοιπών χώρων, ως και στη διενέρ­γεια ειδικών ανακριτικών πράξεων, σύμφωνα με τα οριζό­μενα στις ισχύουσες κάθε φορά ειδικές διατάξεις και τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, για τα αδική­ματα που προβλέπονται από τη σχετική νομοθεσία και ανάγονται στην καθ' ύλην αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Ει­δικών Ελέγχων.

δ. Κατασχέσεις βιβλίων, εγγράφων, αγαθών, μέσων με­ταφοράς και άλλων στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων και ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά φορο­λογικές και τελωνειακές διατάξεις.( καταργήθηκε με τη παρ.2. του άρθρου 52 του ν.4223/13 )

ε. Δεσμεύσεις, σε ειδικές περιπτώσεις διασφάλισης συμφερόντων του Δημοσίου ή περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος και μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγής και λα­θρεμπορίου, τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων, με έγγραφο του προϊσταμένου της αρμόδιας Περιφερειακής Διεύθυνσης της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγ­χων, ενημερώνοντας για την ενέργεια αυτή, εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών, τον αρμόδιο εισαγγελέα.

6.  Οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων έχουν πρόσβαση και λαμβάνουν οποιαδήποτε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή σχετίζεται με την άσκηση του έρ­γου και της αποστολής τους, ύστερα από σχετική υπηρε­σιακή εντολή, μη υποκείμενοι σε περιορισμούς διατάξεων περί απορρήτου, υποχρεούμενοι όμως στην τήρηση των διατάξεων περί εχεμύθειας του άρθρου 26 του Υπαλληλι­κού Κώδικα (Ν. 2683/1999, ΦΕΚ 19 Α').

7.  Η οργάνωση, η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες των υπηρεσιών που συγκροτούν την Υπηρεσία Ειδικών Ελέγ­χων, καθώς και τα θέματα λειτουργίας αυτών καθορίζο­νται με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται με πρότα­ση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών.

Επίσης, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται ο χρόνος έναρξης λειτουργίας των υπηρεσιών της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, καθώς επίσης και ο χρόνος παύσης του Σώματος Δίωξης Οικο­νομικού Εγκλήματος.

8.  Οι αρμοδιότητες της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων εκτείνονται σε όλη την Ελληνική Επικράτεια και ασκούνται από τις επί μέρους υπηρεσίες του, παράλληλα και ανε­ξάρτητα από τις άλλες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικο­νομίας και Οικονομικών.

Οι υπηρεσίες της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων λειτουρ­γούν όλο το εικοσιτετράωρο και όλες τις ημέρες της εβδομάδας, με κατάλληλη εναλλαγή του προσωπικού, το οποίο υποχρεούται σε τακτική ή και υπερωριακή εργασία και κατά τις ημέρες αργιών και τις νυκτερινές ώρες, ανά­λογα με τις ανάγκες των υπηρεσιών τους. Το προσωπικό αυτών τελεί σε διαρκή ετοιμότητα για την ταχεία επέμβα- σή του, όταν παρίσταται ανάγκη, και θεωρείται ότι βρί­σκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία σε κάθε τόπο και χρό­νο, κάθε φορά που καθίσταται αναγκαία η παρέμβασή του, πάντοτε, όμως, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθε­σία, τον κανονισμό λειτουργίας του και τις εντολές των προϊσταμένων του.

Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων συνεργάζεται και ανταλ­λάσσει πληροφορίες και στοιχεία, που έχουν σχέση με το αντικείμενο της αποστολής της, με άλλες αρχές, υπηρε­σίες και φορείς του εσωτερικού και του εξωτερικού και συμμετέχει σε θεσμοθετημένα διϋπηρεσιακά όργανα.

Οι αστυνομικές, λιμενικές, στρατιωτικές και λοιπές αρ­χές και υπηρεσίες υποχρεούνται, όταν τους ζητηθεί, να συνδράμουν άμεσα και αποτελεσματικά τους υπαλλή­λους της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, καθώς επίσης και να χορηγούν κάθε σχετική πληροφορία ή στοιχείο.

Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων συνεπικουρεί, όποτε της ζητείται, την Τράπεζα της Ελλάδος και την Επιτροπή Κε­φαλαιαγοράς για τη διερεύνηση παραβάσεων της τραπε­ζικής νομοθεσίας και της νομοθεσίας για την κεφαλαια­γορά.

9. Οι εκθέσεις της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Ε.Γ. Σ.Δ.Ο.Ε.) οι οποίες έχουν συνταχθεί τηρουμένης της διαδικασίας των διατάξεων του άρθρου 6 του ν. 2690/1999, θεωρούνται για τη Φορολογική Διοίκηση εκθέσεις ελέγχου, κατά την έννοια του δευτέρου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) «Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας», παράγοντας άμεσα την προβλεπόμενη από το ίδιο εδάφιο οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου ή την πράξη επιβολής προστίμου της παραγράφου 2 του άρθρου 62 του ιδίου ως άνω νόμου.

Οι υπάλληλοι της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Ε.Γ. Σ.Δ.Ο.Ε.) στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων τους δύνανται να εφαρμόζουν τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 4174/2013

 Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονο­μικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνή­σεως, είναι δυνατό να ανακαθορίζεται η κατά τόπον και καθ' ύλην αρμοδιότητα των υπηρεσιών της Υπηρεσίας Ει­δικών Ελέγχων.

Σε έκτακτες περιπτώσεις, σε υποθέσεις σημαντικού εθνικού και οικονομικού ενδιαφέροντος με ειδική εντολή του Ειδικού Γραμματέα της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, ανατίθεται σε Περιφερειακές Διευθύνσεις του η διενέρ­γεια ελέγχων και ερευνών, εκτός των ορίων της κατά τό­πον αρμοδιότητάς τους.

10. Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων λειτουργεί με βάση ει­δικό κανονισμό λειτουργίας, που εγκρίνεται με προεδρι­κό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται με πρόταση του Υπουρ­γού Οικονομίας και Οικονομικών.

11. Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων στελεχώνεται:

α) Με αποσπάσεις και μεταθέσεις, εκ των υπηρετούντων στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών τελωνειακών και εφοριακών υπαλλήλων. Είναι όμως δυνατόν, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγ­χων, να στελεχώνεται και με υπαλλήλους άλλων κλάδων, διαφόρων κατηγοριών και ειδικοτήτων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών. Ο αναγκαίος αριθμός θέσε­ων του παραπάνω προσωπικού της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, τα κριτή­ρια και η διαδικασία επιλογής αυτών, ως και κάθε άλλο θέ­μα στελέχωσης της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων καθορί­ζεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Απο­κέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών, και

β) Με πρόσληψη ειδικού επιστημονικού προσωπικού, με επιστημονική εξειδίκευση σε γνωστικά αντικείμενα αρ­μοδιοτήτων της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων τα οποία ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οι­κονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυ­βερνήσεως.

Για τις ανάγκες στελέχωσης της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων συνιστώνται στο Υπουργείο Οικονομίας και Οι­κονομικών είκοσι πέντε (25) θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού.

Οι διατάξεις του εδαφίου Α.α της παραγράφου 9 του άρθρου 1 και της παραγράφου 11 του αυτού άρθρου του Ν. 2343/1995 περί των προσόντων και των αποδοχών του ειδικού επιστημονικού προσωπικού, ισχύουν και για το επιστημονικό προσωπικό του παρόντος εδαφίου.

12. Σε κάθε υπηρεσία της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων επιπέδου Διεύθυνσης, συνιστάται μία (1) οργανική θέση αναπληρωτή προϊσταμένου, οι αρμοδιότητες του οποίου καθορίζονται με το προεδρικό διάταγμα της παραγρά­φου 7 του παρόντος άρθρου.

13. Το προσωπικό της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων υπά­γεται, ως προς τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης αυ­τού, στο οικείο υπηρεσιακό και πειθαρχικό συμβούλιο του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών του κλάδου στον οποίο ανήκουν οι υπάλληλοι αυτού.

Κατ' εξαίρεση τα θέματα τοποθετήσεων και μεταθέσε­ων προϊσταμένων των αυτοτελών οργανικών μονάδων της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων και των αναπληρωτών προϊσταμένων αυτών σε αντίστοιχες οργανικές θέσεις, υπάγονται στην αρμοδιότητα εννεαμελούς (μικτού) υπη­ρεσιακού συμβουλίου, που συγκροτείται προς τούτο με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών από τα παρακάτω μέλη:

α. Έναν (1) σύμβουλο ή πάρεδρο του Νομικού Συμβου­λίου του Κράτους, ως Πρόεδρο.

β. Δύο (2) μέλη, εξ αυτών που ορίζονται από τον Υπουρ­γό Οικονομίας και Οικονομικών, από κάθε υπηρεσιακό συμβούλιο του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών που είναι αρμόδιο για τα θέματα υπηρεσιακής κατάστα­σης των υπαλλήλων των κλάδων τελωνειακών και εφο­ριακών, εξαιρουμένων των προέδρων αυτών.

γ. Τους τέσσερις (4) αιρετούς εκπροσώπους των εργα­ζομένων, που συμμετέχουν στα υπηρεσιακά συμβούλια του προηγούμενου εδαφίου.

Με την ίδια απόφαση ορίζεται και ο γραμματέας του συμβουλίου αυτού, εκ των υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, καθώς και τα αναπληρωμα­τικά μέλη.

Τα θέματα εισηγείται, στο παραπάνω μικτό υπηρεσιακό συμβούλιο, ο Ειδικός Γραμματέας που προΐσταται της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, ύστερα από σχετική πρότα­ση των οικείων Διευθύνσεων Προσωπικού (Δ.Ο.Υ. και Τε­λωνείων).

14. Τα δικαιώματα και καθήκοντα του παραπάνω προ­σωπικού ορίζονται αναλυτικά με προεδρικό διάταγμα κα­νονισμού καθηκόντων, το οποίο εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών.

Οι διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 2 του Ν. 2343/1995, καθώς και οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 25 του Ν. 820/1978 (ΦΕΚ 174 Α-), περί ανα­κριτικών καθηκόντων, δικαιωμάτων έρευνας και πρόσβα­σης σε πληροφορίες και στοιχεία, ισχύουν ανάλογα και για το προσωπικό της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων.

15. Οι διατάξεις της παραγράφου 13 του άρθρου 3 του Ν. 2343/1995, περί υποβολής δήλωσης περιουσιακής κα­τάστασης (πόθεν έσχες), όπως ισχύουν κάθε φορά εφαρ­μόζονται αναλόγως και για το προσωπικό της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων.

16. Οι υπάλληλοι που υπηρετούν στην Υπηρεσία Ειδι­κών Ελέγχων διατηρούν κατά το διάστημα που εργάζο­νται σε αυτό όλες τις τυχόν επιπλέον του μισθού τακτικές αποδοχές και τα κάθε φύσης επιδόματα και απολαβές των λοιπών υπαλλήλων της αυτής κατηγορίας, βαθμού και μισθολογικού κλιμακίου, του κλάδου στον οποίο ανή­κουν.

Για την εξίσωση των παραπάνω αποδοχών και την εξά­λειψη των τυχόν υφιστάμενων σχετικών οικονομικών δια­φορών μεταξύ των υπαλλήλων της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων είναι δυνατόν να καταβάλλεται σε αυτούς ανά­λογο επίδομα, που ορίζεται και αναπροσαρμόζεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 26 και της παραγράφου 2 του άρθρου 27 του Ν. 820/1978 (ΦΕΚ 174 Α-) ισχύουν και για τους υπαλλήλους και τα οχή­ματα της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων.

17. Τα χρήματα που προέρχονται από την εκποίηση των κινητών και ακινήτων που κατάσχονται από την Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων και τις άλλες διωκτικές αρχές, θα διατί­θενται για τη βελτίωση της εν γένει υποδομής της Υπηρε­σίας Ειδικών Ελέγχων και των άλλων διωκτικών αρχών, κατατιθέμενα προς τούτο σε ειδικό λογαριασμό.

Οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και κάθε άλλη λεπτομέ­ρεια για την υλοποίηση των διατάξεων αυτών καθορίζο­νται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομι­κών.

18. Οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, σε περιπτώσεις διενέργειας ελέγχων με ιδιαίτερα χαρακτη­ριστικά, κατόπιν εντολής και του αρμόδιου προϊσταμένου τους, φέρουν ειδική ενδυμασία ή διακριτικά, σύμφωνα και με τα οριζόμενα, για τα θέματα λειτουργίας των υπηρε­σιών της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, στο σχετικό προε­δρικό διάταγμα της παραγράφου 7 του παρόντος άρ­θρου.

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις οι υπάλληλοι της Υπηρε­σίας Ειδικών Ελέγχων στους οποίους ανατίθενται ειδικές αποστολές και παράλληλα έχουν εκπαιδευτεί στη χρήση

όπλων, οπλοφορούν, κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των κα­θηκόντων τους, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και τις σχετικές εντολές του προϊσταμένου τους ή αποφάσε­ων του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και τα ορι­ζόμενα και στο προεδρικό διάταγμα του προηγούμενου εδαφίου.

19. Το προσωπικό της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων είναι δυνατόν να αποστέλλεται για εκπαίδευση σε σχολές, μο­νάδες ή κέντρα εκπαίδευσης του δημόσιου ή ιδιωτικού το­μέα, του εσωτερικού ή εξωτερικού, ανάλογα με τις ειδι­κότερες ανάγκες της αποστολής του και της άσκησης των καθηκόντων του.

20. Για τις προκαταρκτικές εξετάσεις και προανακρί­σεις υποθέσεων αρμοδιότητας της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, για τις οποίες επιλαμβάνεται υπηρεσία αυτού με πανελλαδική αρμοδιότητα, η κατά τόπον αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών επεκτείνεται σε όλη την Επικράτεια. Ο Εισαγγελέας, καθώς και οι οι­κείοι ανακριτικοί υπάλληλοι της Εισαγγελίας Πλημμελει­οδικών Αθηνών, προτιμώνται στην περίπτωση που για την ίδια υπόθεση επελήφθησαν και άλλοι αρμόδιοι εισαγγε­λείς ή ανακριτικοί υπάλληλοι.

Ο ανωτέρω Εισαγγελέας ενημερώνει, συνεργάζεται και μπορεί να ζητεί τη συνδρομή του συναρμόδιου Εισαγγε­λέα. Μετά το πέρας της προανάκρισης, παραπέμπει την υπόθεση στον Εισαγγελέα του Δικαστηρίου που είναι κα­τά τόπον αρμόδιο για την εκδίκαση αυτής.

Η προανάκριση ή η ανάκριση για τις υποθέσεις της Υπη­ρεσίας Ειδικών Ελέγχων περατώνεται μέσα στο χρονικό διάστημα που ορίζεται από τις διατάξεις του Ν. 3160/2003 (ΦΕΚ 165 Α'). Δεν αποτελεί λόγο αναβολής της δίκης η άσκηση, σχετικής με την υπόθεση, προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου.

Αρμόδιο κατά τόπο δικαστήριο για την εκδίκαση των ανωτέρω υποθέσεων, είναι το οριζόμενο στα άρθρα 122 έως και 124 του Κ. Π.Δ. ή εκείνο στην περιφέρεια του οποίου έχει την έδρα της η επιχείρηση.

21. Ο Ειδικός Γραμματέας, οι οικονομικοί επιθεωρητές και το προσωπικό της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων δεν διώκονται και δεν ενάγονται για γνώμη που διατύπωσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Εξαιρούνται των ανωτέρω η περίπτωση δόλου, η παραβίαση του απορρή­του των πληροφοριών και στοιχείων, που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και η παράβαση του καθήκοντος εχεμύθειας στο οποίο υπο­χρεούνται οι υπηρετούντες στην Υπηρεσία Ειδικών Ελέγ­χων και μετά από την καθ' οιονδήποτε τρόπο αποχώρησή τους από αυτήν.

22. Υπάλληλοι της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων των οποίων η κινητή ή ακίνητη περιουσία ζημιώνεται ή κατα­στρέφεται εν όλω ή εν μέρει κατά την άσκηση των καθη­κόντων τους ή εξαιτίας της θέσης ή της ιδιότητάς τους από ενέργειες τρομοκρατικές ή μεμονωμένες επιθέσεις δικαιούνται αποζημίωση από το Ελληνικό Δημόσιο. Η αποζημίωση αυτή καταβάλλεται σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 3 του άρθρου 18 του Ν. 2093/1992 (ΦΕΚ 181 Α').

Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του Ν. 2452/1996 (ΦΕΚ 283 Α-) ισχύουν ανά­λογα και για τους υπαλλήλους της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων των οποίων ο/η σύζυγος ή τέκνο θα προσλαμβά­νονται, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις αυτών των διατά­ξεων, στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών.

23. Οι διατάξεις του άρθρου 174 του Ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 Α') και του άρθρου 57 παράγραφος 1 του Ν. 2065/ 1992 (ΦΕΚ 113 Α'), όπως ισχύουν, εφαρμόζονται ανάλογα κατά περίπτωση και για το σύνολο των υποθέσεων και του προσωπικού της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, ανεξάρτη­τα από τον κλάδο στον οποίο ανήκουν.

24. Όπου σε διατάξεις νόμων, προεδρικών διαταγμά­των, αποφάσεων, συμβάσεων ή άλλων κειμένων αναφέ­ρεται το Σ.Δ.Ο.Ε., στο εξής νοείται η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων.

Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων, με την έναρξη λειτουρ­γίας της, έχει όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που έχουν δημιουργηθεί μέχρι το χρόνο παύσης λειτουργίας του Σ.Δ.Ο.Ε.


Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδα Webnode