Ν. 4002 : Άρθρο 8 Έννοια και προϋποθέσεις δημιουργίας σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων ΜΕΡΟΣ Β' ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ, ΣΥΝΘΕΤΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ' ΣΥΝΘΕΤΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ

 

1.  Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 2160/1993, όπως ισχύει, προστίθεται περίπτωση Γ' ως εξής:

«Γ. Σύνθετα Τουριστικά Καταλύματα: Ως Σύνθετα Τουριστικά Καταλύματα χαρακτηρίζονται τα ξενοδοχειακά καταλύματα των περιπτώσεων α' , γ' και δ' της παραγράφου 1Α, που ανεγείρονται σε συν­δυασμό: α) με τουριστικές επιπλωμένες κατοικίες της περίπτωσης α' της παραγράφου 1Β και β) με εγκαταστά­σεις ειδικής τουριστικής υποδομής της παραγράφου 3.»

2.α.         Επί των τουριστικών επιπλωμένων κατοικιών που περιλαμβάνονται στα σύνθετα τουριστικά καταλύματα της προηγούμενης παραγράφου επιτρέπεται η σύσταση διηρημένων ιδιοκτησιών, οριζοντίων και καθέτων, κατά τις κείμενες διατάξεις, και η σύσταση ή μεταβίβαση σε τρίτους ενοχικών και εμπραγμάτων δικαιωμάτων επ' αυ­τών. Το ποσοστό των δυνάμενων να πωληθούν ή εκμι­σθωθούν μακροχρονίως τουριστικών επιπλωμένων κα­τοικιών δεν μπορεί να υπερβαίνει το 30% της συνολικώς δομούμενης επιφάνειας του σύνθετου τουριστικού κατα­λύματος. Η μακροχρόνια μίσθωση συνομολογείται για χρονικό διάστημα δέκα (10) τουλάχιστον ετών.

β. Η περίπτωση α' εφαρμόζεται μόνον εφόσον συ­ντρέχουν σωρευτικώς οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

αα. τα σύνθετα τουριστικά καταλύματα αναπτύσσο­νται σε γήπεδα ίσα ή μεγαλύτερα των 150.000 τ.μ.,

ββ. τα ξενοδοχεία που συμπεριλαμβάνονται σε αυτά κατατάσσονται στην κατηγορία των πέντε αστέρων,

γγ. έχουν εκδοθεί όλες οι οικοδομικές άδειες και λοι­πές αναγκαίες εγκρίσεις για την έναρξη των οικοδομι­κών εργασιών του σύνθετου τουριστικού καταλύματος.

3.  Τα σύνθετα τουριστικά καταλύματα διέπονται από Κανονισμό Συνιδιοκτησίας και Λειτουργίας που καταρτί­ζεται, με συμβολαιογραφική πράξη, από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου και εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού. Με τον κανονισμό αυτόν, ο ο­ποίος μεταγράφεται μαζί με την πράξη σύστασης οριζο­ντίων και καθέτων ιδιοκτησιών, καθορίζονται ιδίως: (i) τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ιδιοκτητών των αυ­τοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών και οι περιορισμοί της ιδιοκτησίας τους, καθώς και των λοιπών χρηστών που έλκουν από αυτούς δικαιώματα, (ii) τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις επί των κοινόκτητων και κοινόχρηστων χώ­

ρων, κτισμάτων, εγκαταστάσεων έργων και υπηρεσιών και οι περιορισμοί αυτών, (iii) ο φορέας διαχείρισης και λειτουργίας και τα ζητήματα που αφορούν τη διοίκηση του σύνθετου τουριστικού καταλύματος, καθώς και την εποπτεία και την άσκηση ελέγχου επί των επί μέρους αυ­τοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών, (iv) οι ελάχιστες παρε­χόμενες ξενοδοχειακές και τουριστικές υπηρεσίες προς τους ιδιοκτήτες των αυτοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών σε ετήσια βάση και (v) οι κοινές δαπάνες και ο τρόπος υ­πολογισμού και κατανομής τους στους ιδιοκτήτες των αυτοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών, ο τρόπος και το εί­δος εκμετάλλευσης των κοινόκτητων χώρων, έργων και υπηρεσιών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με α­πόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού εγκρί­νεται πρότυπος κανονισμός συνιδιοκτησίας και λειτουρ­γίας και καθορίζεται το ελάχιστο περιεχόμενο αυτού. Ο εγκρινόμενος κατά τα ανωτέρω Κανονισμός Συνιδιοκτη­σίας και Λειτουργίας προσαρτάται σε κάθε δικαιοπραξία με αντικείμενο τη σύσταση, αλλοίωση, μετάθεση ή μετα­βίβαση ενοχικών ή εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί των αυτοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών που προβλέπονται στην παράγραφο 2 και δεσμεύει όλους.

4.  Οι ιδιοκτήτες ή οι μισθωτές των αυτοτελών διηρημέ- νων ιδιοκτησιών δεν μπορούν να εκμισθώνουν ή να υπο­μισθώνουν τα ακίνητα σε τρίτους ή να συνιστούν ε­μπράγματα δικαιώματα επικαρπίας ή οίκησης παρά μόνο σύμφωνα με τους όρους και περιορισμούς που καθορίζο­νται στον οικείο κανονισμό.

5.  Η μεταβίβαση της κυριότητας ή η εκμίσθωση των αυτοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών που προβλέπονται στην παράγραφο 2 επιτρέπεται μόνο μετά την ολοκλή­ρωση της κατασκευής του ξενοδοχειακού καταλύματος και της ειδικής τουριστικής υποδομής και εφόσον έχει χορηγηθεί το σήμα λειτουργίας αυτών από τον ΕΟΤ. Η χορήγηση του σήματος μνημονεύεται στη σχετική πράξη μεταβίβασης ή εκμίσθωσης και σε κάθε άλλη συναφή πράξη.

6.  Οι ρυθμίσεις των προηγούμενων παραγράφων μπο­ρεί να εφαρμόζονται και επί υφισταμένων ξενοδοχεια­κών καταλυμάτων της παρ. 1 Α του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 που έχουν κατασκευασθεί σε γήπεδα του­λάχιστον 50.000 τ.μ. και τα οποία πληρούν ή μπορεί να αποκτήσουν τις λοιπές προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο, εφόσον:

α) διαθέτουν σε ισχύ ειδικό σήμα λειτουργίας,

β) τα προς μεταβίβαση ή προς μακροχρόνια μίσθωση τμήματα δεν έχουν υπαχθεί στις επιδοτήσεις της ανα­πτυξιακής νομοθεσίας κατά τα τελευταία πέντε έτη. Σε αντίθετη περίπτωση, το ποσό της ενίσχυσης ή επιδότη­σης που έχει χορηγηθεί για τα τμήματα αυτά, επιστρέ­φεται και

γ) ο νομίμως υλοποιημένος συντελεστής δόμησης εί­ναι ίσος ή μικρότερος του 0,15. Εφόσον ο συντελεστής αυτός είναι μεγαλύτερος του 0,15, η υπαγωγή στις ρυθ­μίσεις των προηγούμενων παραγράφων επιτρέπεται εφόσον συντρέχουν και οι εξής προϋποθέσεις:

αα. Για νομίμως υλοποιημένο συντελεστή δόμησης έ­ως 0,20, καταβάλλεται ειδική εισφορά ίση με ποσοστό 5% επί της αντικειμενικής αξίας των τουριστικών εγκα­ταστάσεων οι οποίες αντιστοιχούν στο συντελεστή δό­μησης που υπερβαίνει το 0,15. Η αντικειμενική αξία ορί­ζεται σύμφωνα με το σύστημα αντικειμενικών αξιών του Υπουργείου Οικονομικών.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και

Πολιτισμού και Τουρισμού, καθορίζεται η διαδικασία επι­βολής της εισφοράς, ο τρόπος και οι υπόχρεοι καταβο­λής, η διαδικασία πληρωμής και κάθε σχετική λεπτομέ­ρεια. Η καταβολή της εισφοράς αποτελεί προϋπόθεση για τη μεταβίβαση της κυριότητας των αυτοτελών ιδιο­κτησιών.

ββ. Για νομίμως υλοποιημένο συντελεστή δόμησης με­γαλύτερο του 0,20, είτε κατεδαφίζονται τμήμα ή τμήμα­τα των τουριστικών εγκαταστάσεων, τα οποία αντιστοι­χούν στο συντελεστή δόμησης που υπερβαίνει το 0,20, είτε απαιτείται όμορο γήπεδο που να καλύπτει το ποσο­στό του υπερβάλλοντος του 0,20 συντελεστή δόμησης.

Στις περιπτώσεις της παραγράφου αυτής επί υφιστά­μενων ξενοδοχειακών καταλυμάτων που έχουν κατα­σκευαστεί σε γήπεδα μικρότερα των 150.000 τ.μ. το πο­σοστό των δυνάμενων να πωληθούν ή εκμισθωθούν μα­κροχρονίως, κατά την έννοια της παραγράφου 2α, τουρι­στικών επιπλωμένων κατοικιών δεν μπορεί να υπερβαί­νει το 20% της συνολικώς δομημένης επιφάνειας του σύνθετου τουριστικού καταλύματος.

7.α. To πρώτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 δεν εφαρμόζεται στα σύνθετα τουριστικά καταλύματα του παρόντος άρθρου.

β. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, κα­ταργούνται η παρ. 13 του άρθρου 39 του ν. 3105/2003 (Α' 29) και το π.δ. 250/2003 (Α' 226).


Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδα Webnode