Ν. 3296: Άρθρο 27 Διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου σε περίπτωση φοροδιαφυγής

 

1.  Το άρθρο 14 του Ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α') αντικαθί­σταται ως εξής:

«1. Κάθε φορά που η φορολογική αρχή διαπιστώνει φο­ρολογικές παραβάσεις, από τις οποίες βάσει ειδικής έκ­θεσης ελέγχου, προκύπτει ότι δεν έχει αποδοθεί συνολι­κά στο Δημόσιο ποσό πάνω από εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ από Φ.Π.Α., Φ.Κ.Ε., παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους, τέλη και εισφορές, απαγο­ρεύεται στις αρμόδιες δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες να παραλαμβάνουν δηλώσεις ή να χορηγούν βεβαιώσεις ή πιστοποιητικά που απαιτούνται κατά τις κείμενες διατά­ξεις και ζητούνται από τον παραβάτη, για την κατάρτιση συμβολαιογραφικών πράξεων μεταβίβασης περιουσια­κών στοιχείων. Στην περίπτωση αυτή αναστέλλεται έναντι του Δημοσίου και το απόρρητο των καταθέσεων, των λο­γαριασμών, των κοινών λογαριασμών, των πάσης φύσε­ως επενδυτικών λογαριασμών, των συμβάσεων και πρά­ξεων επί παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων και του περιεχομένου των θυρίδων του φορολογούμενου σε τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα και δεσμεύεται το πενήντα τοις εκατό (50%) αυτών. Οι δεσμεύσεις του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζονται για ποσά μι­σθών και συντάξεων που κατατίθενται στους οικείους λο­γαριασμούς φυσικών προσώπων.

Οι κυρώσεις της παραγράφου αυτής επιβάλλονται και στους παραβάτες λήψης και χρήσης εικονικών φορολο­γικών στοιχείων, έκδοσης εικονικών, πλαστών φορολογι­κών στοιχείων και νόθευσης τέτοιων στοιχείων, εφόσον η αξία των συναλλαγών που αναγράφονται σε αυτά, αθροι­στικά λαμβανομένη κατά το χρόνο διαπίστωσης των πα­ραβάσεων, υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ. Κατ' εξαίρεση οι ανωτέρω κυρώσεις δεν επιβάλλονται στους παραβάτες λήψης και χρήσης εικο­νικών φορολογικών στοιχείων στην περίπτωση που η ει­κονικότητα ανάγεται αποκλειστικά στο πρόσωπο του εκ­δότη.

Επίσης οι ίδιες κυρώσεις επιβάλλονται και στους φορο­λογούμενους στους οποίους έχουν επιβληθεί τα πρόστι­μα των τρίτου και τέταρτου εδαφίων της παραγράφου 1 του άρθρου 4.

2.  Οι κυρώσεις της προηγούμενης παραγράφου επι­βάλλονται και σε όλα τα πρόσωπα που είχαν μία από τις ιδιότητες των παραγράφων 1 έως και 4 του άρθρου 20 του Ν. 2523/1997 από τη γένεση της υποχρέωσης απόδοσης του Φ.Π.Α., Φ.Κ.Ε., παρακρατούμενων και επιρριπτόμε- νων φόρων, τελών και εισφορών, ανεξάρτητα εάν μετα­γενέστερα και μέχρι την ενεργοποίηση των μέτρων απέ- βαλαν την ιδιότητα αυτή με οποιονδήποτε τρόπο ή για οποιαδήποτε αιτία. Στις περιπτώσεις λήψης και χρήσης εικονικών φορολογικών στοιχείων, έκδοσης εικονικών, πλαστών φορολογικών στοιχείων και νόθευσης τέτοιων στοιχείων, οι ίδιες κυρώσεις επιβάλλονται και για τα πρό­σωπα που είχαν μία από τις ιδιότητες των παραγράφων 1 έως και 4 του άρθρου 20 κατά την τέλεση της παράβασης.

3.  Η αρμόδια για την έκδοση των οικείων καταλογιστι- κών πράξεων των φόρων, τελών και εισφορών ή των απο­φάσεων επιβολής προστίμου του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων φορολογική αρχή, υποχρεούται να ενημερώσει άμεσα με οποιονδήποτε τρόπο όλες τις δημόσιες οικονο­μικές υπηρεσίες, τις τράπεζες και λοιπά πιστωτικά ιδρύ­ματα. Οι ανωτέρω υπηρεσίες και οι φορείς από της ενη- μερώσεώς τους υποχρεούνται να εφαρμόσουν αμέσως τις απαγορεύσεις και δεσμεύσεις της παραγράφου 1, χω­ρίς καμία άλλη διαδικασία ή διατύπωση ενημερώνοντας την αρμόδια για την επιχείρηση Δ.Ο.Υ.

4.  Η ενέργεια αυτή της φορολογικής αρχής κοινοποι-εί- ται με αντίγραφο της σχετικής ειδικής έκθεσης ελέγχου συγχρόνως και στη Διεύθυνση Ελέγχου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, καθώς και στο φορολογού­μενο στη γνωστή κατοικία του ή στην έδρα της επιχείρη- σής του, ο οποίος μπορεί να ζητήσει με αίτηση στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών μέσω της αρμό­διας για την έκδοση των πράξεων φορολογικής αρχής, την ολική ή μερική άρση των απαγορευτικών μέτρων. Κα­τά της απόφασης του Υπουργού Οικονομίας και Οικονο­μικών επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής κατά τις διατά­ξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.

5.  Στις περιπτώσεις που επιτυγχάνεται διοικητική επίλυ­ση ή δικαστικός συμβιβασμός ή κατ' άλλο τρόπο διοικητι­κή περαίωση της φορολογικής διαφοράς και αφορά το συνολικό ποσό των οικείων φόρων, τελών και εισφορών, μετά των νομίμων προσαυξήσεων ή προστίμων του Κώδι­κα Βιβλίων και Στοιχείων, αίρεται περιοριστικά και μόνον η δέσμευση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1. Η άρση της δέσμευσης του προηγούμενου εδαφίου παύει να ισχύει σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής δύο (2) συνεχόμενων εκ των προβλεπόμενων δόσεων του ως άνω οφειλόμενου ποσού. Για την εφαρμογή της διάταξης του πρώτου εδαφίου ο υπόχρεος φορολογούμενος υπο­βάλλει σχετική αίτηση στον προϊστάμενο της αρμόδιας φορολογικής αρχής, ο οποίος υποχρεούται μέσα σε δύο (2) μήνες να εκδώσει τις οικείες καταλογιστικές πράξεις. Η άσκηση προσφυγής κατά των πράξεων αυτών δεν αίρει την ισχύ των μέτρων που έχουν ληφθεί. Αν μέσα στην προ­θεσμία αυτή δεν έχουν εκδοθεί οι οικείες καταλογιστικές πράξεις, οι συνέπειες και απαγορεύσεις που καθορίζο­νται με αυτό το άρθρο αίρονται αυτοδικαίως.

6.  Τα μέτρα αίρονται υποχρεωτικά στο σύνολό τους εφόσον ο υπόχρεος φορολογούμενος καταβάλει ποσό πάνω από εβδομήντα τοις εκατό (70%) του συνόλου των οφειλόμενων οικείων ποσών φόρων, τελών και εισφορών μετά των νομίμων προσαυξήσεων ή προστίμων. Σε κάθε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του προηγούμε­νου εδαφίου, καθώς και της παραγράφου 5 του άρθρου αυτού η αρμόδια φορολογική αρχή υποχρεούται να ενη­μερώσει άμεσα με οποιονδήποτε τρόπο τη Διεύθυνση Ελέγχου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, όλες τις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες, τις τράπεζες και λοιπά πιστωτικά ιδρύματα.

7.  Τα ποσά και τα ποσοστά που ορίζονται από τις διατά­ξεις των παραγράφων 1 και 6 μπορούν να αυξομειώνονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομι­κών, που εκδίδονται το βραδύτερο μέχρι 15 Φεβρουαρίου κάθε έτους.»

2. Οι διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 2523/1997, όπως αντικαταστάθηκαν από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και για τις υποθέσεις για τις

οποίες έχουν συνταχθεί ειδικές εκθέσεις ελέγχου της πα­ραγράφου 1 του άρθρου αυτού μέχρι την ημερομηνία δη­μοσίευσης του παρόντος νόμου και δεν έχουν ληφθεί τα μέτρα που προβλέπονται από το ίδιο άρθρο. Οι διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 του ανωτέρω άρθρου και νόμου εφαρμόζονται και για τις υποθέσεις για τις οποίες έχουν ήδη ληφθεί τα παραπάνω μέτρα.